Αμίαντος

Ορυκτός λευκός αμίαντος (σερπεντίνης) πάνω σε μοσχοβίτη

Αμίαντος είναι η ονομασία μιας ομάδας διαφόρων πυριτικών ορυκτών με κοινό χαρακτηριστικό την ινώδη μορφή τους. Ο αμίαντος έχει χρήσιμες φυσικές και χημικές ιδιότητες και για τον λόγο αυτό χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα στο παρελθόν σε ποικιλία εφαρμογών, αν και σήμερα η χρήση του έχει απαγορευθεί, καθώς η εισπνοή του προκαλεί καρκίνο στους πνεύμονες.

Από άποψη χημικής σύστασης πρόκειται για ένυδρα πυριτικά άλατα του μαγνησίου, τα οποία περιέχουν επίσης ασβέστιο, σίδηρο, νάτριο σε διαφορετικούς χημικούς τύπους, καθώς και ελεύθερο πυρίτιο. Κοινές μορφές αμίαντου είναι: ο λευκός αμίαντος που αποτελεί παραλλαγή του ορυκτού σερπεντίνης, ο κυανός αμίαντος και ο καφέ αμίαντος, που ανήκουν στην ομάδα ορυκτών που ονομάζονται αμφίβολοι. Σε όλες τις μορφές του είναι τοξικός, καθώς η εισπνοή μικροϊνών αμίαντου μπορεί να προκαλέσει σοβαρές παθήσεις (μεσοθηλίωμα, καρκίνο του πνεύμονα, πνευμονοκονίαση). Η χρήση του έχει πλέον απαγορευτεί πλήρως στην Ελλάδα (Οδηγία 1999/77/ΕΚ και Οδηγία 2003/18/ΕΚ)[1] και σε πολλές άλλες χώρες.

Στέγη από Ελενίτ στο Χονγκ Κονγκ

Το υλικό αυτό είναι καλός μονωτής του ηλεκτρισμού και της θερμότητας και ταυτόχρονα έχει τέτοιες μηχανικές ιδιότητες, ώστε οι ίνες του μπορούν να υφανθούν για να παραχθούν υφάσματα, καθώς επίσης λόγω της υψηλής αντοχής του σε εφελκυσμό μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πρόσθετο στο τσιμέντο. Επιπλέον είναι ανθεκτικός σε προσβολή από όξινα και αλκαλικά χημικά διαλύματα.

Αυτές οι πολύ καλές ιδιότητες του αμίαντου οδήγησαν στην ευρύτατη χρήση του σε χιλιάδες προϊόντα και εφαρμογές.

Στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες χρησιμοποιήθηκε στις δεκαετίες 1960-1970 εκτεταμένα, ιδιαίτερα σε μορφοποιημένα υλικά, όπως π.χ. το Ελενίτ, ιδιαίτερα γιατί υπήρχε εγχώρια παραγωγή αμιάντου, από την εταιρεία Μεταλλεία Αμιάντου Βορείου Ελλάδος (ΜΑΒΕ).

Το Ελενίτ, ως κυματοειδείς πλάκες αμιαντοτσιμέντου χρησιμοποιήθηκε ευρέως στην Ελλάδα κυρίως ως στέγες δημόσιων αλλά και ιδιωτικών κτηρίων. Οι κυματοειδείς πλάκες παράγονταν σε διαστάσεις του ενός των δύο, όπως και των 3 μέτρων μήκους, που ήταν και οι πιο συνηθισμένες λόγω του ότι κάλυπταν μεγάλη επιφάνεια. Το πλάτος ήταν για όλα τα μήκη 1 μέτρο. Το ειδικό βάρος κυμαίνεται μεταξύ 15-18 κιλά ανά τ.μ. Ενώ χρησιμοποιήθηκαν κυρίως στις βόρειες περιοχές τις Ελλάδας και πλάκες μεγαλύτερου πάχους που ξεπερνούσαν τα 20 κιλά ανά τ.μ.

Το μεγαλύτερο ορυχείο αμιάντου στον κόσμο είναι το ορυχείο Τζέφρυ που βρίσκεται στην περιοχή της πόλης Άζμπεστος στον Καναδά.

Ανθρώπινος πνεύμονας προσβεβλημένος με ίνες αμιάντου

Οι βλαπτικές επιδράσεις του αμίαντου έχουν διαπιστωθεί τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1920, οπότε ο Βρετανός παθολόγος δρ Κουκ εξέτασε εργάτες που εκτίθονταν σε περιβάλλον σκόνης αμίαντου και ονόμασε την παρατηρούμενη ασθένεια του πνεύμονα "ασβέστωσις". Σήμερα ο αμίαντος θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες καρκινογένεσης (κυρίως μεσοθηλίωμα και καρκίνος του πνεύμονα), στην περίπτωση που οι ίνες του εισχωρήσουν στον ανθρώπινο οργανισμό. Η διαπιστωμένη, πλέον, ενοχοποίησή του για καρκινογένεση έχει οδηγήσει πολλές χώρες στη λήψη αυστηρών μέτρων για τον περιορισμό της χρήσης του και τη σταδιακή πλήρη απαγόρευσή του. Στην Ελλάδα η νομοθεσία θέσπιζε ένα αρκετά αυστηρό πλαίσιο για την χρήση του αμίαντου (ΠΔ 70α/1988, ΠΔ 175/97), ενώ πλέον σε εφαρμογή των ευρωπαϊκών οδηγιών 1999/77/ΕΚ και 2003/18/ΕΚ απαγορεύεται η εξόρυξη και χρήση του. Η διαχείριση του αμίαντου σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και με γνώμονα την προστασία του προσωπικού που μπορεί (εσκεμμένα ή όχι) να έρθει σε επαφή μαζί του, προϋποθέτει την αναγνώρισή του. Αυτό δεν είναι πάντα εύκολο δεδομένου ότι μοιάζει μακροσκοπικά με αρκετά άλλα υλικά τα οποία όμως είναι αβλαβή. Για το λόγο αυτό απαιτούνται ειδικές εργαστηριακές αναλύσεις.

  1. «Εθνική Στρατηγική και Εθνικό Σύστημα ΥΑΕ». Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Ανακτήθηκε στις 16 Μαΐου 2023. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]