Αρχαία Αθήνα

Αρχαία Αθήνα

Περιοχή της αρχαίας Ελλάδας

Η ακρόπολη των Αθηνών
 
Τοποθεσία: Στερεά Ελλάδα
Μεγαλύτερη πόλη: Αθήνα
Διάλεκτος: Αττική
Περίοδος ακμής: 5ος αιώνας π.Χ.
 
Χάρτης της πόλης της αρχαίας Αθήνας (200 μ.Χ.)

Η αρχαία Αθήνα (Ἀθῆναι στην αττική διάλεκτο) ήταν πόλη-κράτος της αρχαίας Ελλάδας και μια από τις πιο σημαντικές πόλεις του αρχαίου κόσμου. Τα σύνορα της περιλάμβαναν το μεγαλύτερο τμήμα της σημερινής Αττικής. Οι Αθηναίοι κυριαρχούσαν μέσω του ισχυρού τους στόλου σε έναν μεγάλο αριθμό ιωνικών αποικιών στα νησιά του Αιγαίου και στα παράλια της Μικράς Ασίας. Η Αττική άλλωστε αποτελούσε και τη μητρόπολη των περισσότερων ιωνικών αποικιών. Οι Αθηναίοι συνόρευαν βόρεια με τους Βοιωτούς και δυτικά με τους Μεγαρείς, με τους οποίους βρίσκονταν συχνά σε σύγκρουση. Η αρχαία Αθήνα πρωταγωνίστησε στους Περσικούς πολέμους, ηγήθηκε της συμμαχίας της Δήλου, καθώς και στη μία από τις δύο συμμαχίες οι οποίες συγκρούστηκαν κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο.

Οι Αθηναίοι ήταν Ίωνες στην καταγωγή. Οι Ίωνες εγκαταστάθηκαν στη νότια Ελλάδα στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. Κατά την κάθοδο των Δωριέων στο τέλος της 2ης χιλιετίας (περίπου το 1100 π.Χ.), οι Ίωνες εκτοπίστηκαν από τις περιοχές τους και μετακινήθηκαν ανατολικότερα. Στην Αττική σταδιακά διαμορφώθηκε μια ξεχωριστή διάλεκτος της ιωνικής, η αττική διάλεκτος, η οποία έγινε η γλώσσα των γραμμάτων και των τεχνών στην αρχαιότητα.[εκκρεμεί παραπομπή]

Ο Θησέας σκοτώνει τον μινώταυρο

Στην περιοχή της Αττικής υπήρχε έντονη ανθρώπινη παρουσία από τη νεολιθική εποχή. Πρώτος μυθικός βασιλιάς της Αθήνας ήταν ο Κέκροπας. Σε αυτόν αποδίδεται η επιλογή της θεάς Αθηνάς ως προστάτιδας θεάς της πόλης, όταν αυτή πρόσφερε στην πόλη την ελιά, στον σχετικό διαγωνισμό με αντίπαλο τον Ποσειδώνα. Τα πρώιμα χρόνια της εποχής του Χαλκού, οι Αθηναίοι φαίνεται να βρίσκονταν υποταγμένοι στους Κρήτες, όπως φαίνεται και από τον μύθο του Θησέα. Το σημαντικότερο γεγονός, μετά την εξόντωση του Μινώταυρου από τον Θησέα, ίσως και αλληγορικός μύθος, για τη μελλοντική εξέλιξη της πόλης στάθηκε η συνένωση των δώδεκα οικισμών, που είχαν ιδρυθεί στην περιοχή της Αττικής, σε ένα κράτος, με την Αθήνα ως κεντρική εστία.[1] Κατά την παράδοση, πρώτος ο Θησέας χώρισε τους κατοίκους της πόλης σε τρεις τάξεις: στους πλούσιους και μορφωμένους, Ευπατρίδες, στους αγρότες και κτηνοτρόφους, Γεωμόρους και στους τεχνίτες, Δημιουργούς.

Κατά τη Μυκηναϊκή εποχή, οι Αθηναίοι βρίσκονταν στη σκιά των ισχυρών μυκηναϊκών κέντρων της περιόδου. Ο Όμηρος αναφέρει συμμετοχή της Αθήνας στον Τρωικό πόλεμο, με 50 πλοία και αρχηγό τον Μενεσθέα[2]. Την περίοδο της καθόδου των Δωριέων, οι Αθηναίοι αντιστάθηκαν με επιτυχία, όπως δείχνει ο μύθος του βασιλιά Κόδρου.

Οι πρώτοι νομοθέτες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την εποχή της καθόδου των Δωριέων στην Αθήνα φαίνεται να είχε υποχωρήσει ο θεσμός της βασιλείας, ο οποίος είχε αντικατασταθεί από την αριστοκρατία. Την Αθήνα κυβερνούσε η τάξη των αριστοκρατών, οι οποίοι ήταν γνωστοί ως Ευπατρίδες. Την νομοθετική εξουσία ασκούσε ομάδα αριστοκρατών, γνωστών ως Θεσμοθέτες. Οι Θεσμοθέτες το 624 π.Χ. ανέθεσαν στον Δράκοντα να συντάξει νέα νομοθεσία, που ήταν και η πρώτη γραπτή νομοθεσία της αρχαίας Αθήνας. Οι νόμοι του Δράκοντα διατηρήθηκαν μόνο για τριάντα χρόνια γιατί ήταν ιδιαίτερα σκληροί και τελικά αντικαταστάθηκαν με τη νομοθεσία του Σόλωνα το 594 π.Χ. Στο διάστημα αυτό το αριστοκρατικό πολίτευμα είχε κινδυνεύσει από μία απόπειρα εγκαθίδρυσης τυραννίας από τον Κύλωνα, το 632 π.Χ. Η περίοδος της αριστοκρατίας τερματίστηκε το 560 π.Χ., όταν κατέλαβε την εξουσία ο Πεισίστρατος,[3] ο οποίος εγκαθίδρυσε τυραννία[4]. Τον Πεισίστρατο τον διαδέχτηκαν οι γιοι του Ιππίας και Ίππαρχος, οι οποίοι και υπήρξαν οι τελευταίοι τύραννοι της Αθήνας. Το 510 καταργήθηκε η Τυραννία και ο νομοθέτης Κλεισθένης έβαλε τις βάσεις για την Αθηναϊκή δημοκρατία.

Χάρτης των Περσικών Πολέμων. Με μπλε χρώμα οι ελληνικές πόλεις-κράτη που συγκρότησαν τη συμμαχία εναντίον των Περσών
Κύριο λήμμα: Περσικοί πόλεμοι

Στην πρώτη εκστρατεία των Περσών κατά της Ελλάδας, που οργάνωσε ο βασιλιάς Δαρείος, ο περσικός στόλος έπλευσε ενάντια των δύο ελληνικών πόλεων που είχαν συνδράμει τις ιωνικές πόλεις κατά τη διάρκεια ιωνικής επανάστασης, της Ερέτριας και της Αθήνας. Αφού κατέστρεψε ολοσχερώς την Ερέτρια ο Περσικός στόλος κατευθύνθηκε στον Μαραθώνα. Εκεί περίμενε τον περσικό στρατό μία Αθηναϊκή δύναμη 10.000 ανδρών, με περίπου 1.000 Πλαταιείς, με αρχηγό τον Μιλτιάδη.[5] Οι Αθηναίοι χωρίς συμμάχους συνέτριψαν την Περσική δύναμη και τους ανάγκασαν να ματαιώσουν πρόωρα τα σχέδια τους για κατάληψη της Ελλάδας[4].

Δέκα χρόνια μετά σχεδίασε την ίδια εκστρατεία ο διάδοχος του Δαρείου Ξέρξης. Για την αντιμετώπιση του Ξέρξη συμμάχησαν οι περισσότερες ελληνικές πόλεις της νότιας Ελλάδας. Αφού δεν κατόρθωσαν να ανακόψουν την Περσική επέλαση στις Θερμοπύλες ο ελληνικός στρατός συγκεντρώθηκε στον ισθμό της Κορίνθου ενώ ο στόλος αγκυροβόλησε στη Σαλαμίνα. Οι Πέρσες έφτασαν ανενόχλητοι μέχρι την Αθήνα που είχε εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους της και προξένησαν τεράστιες καταστροφές στην πόλη. Λίγο μετά όμως ο περσικός στόλος καταστράφηκε στη Σαλαμίνα και οι Πέρσες αποσύρθηκαν από την Αττική. Ένα χρόνο μετά οι Πέρσες ηττήθηκαν στη μάχη των Πλαταιών και εγκατέλειψαν οριστικά τα σχέδια τους για κατάληψη της Ελλάδας[6]. Εκεί μάλιστα ο Μαρδόνιος, παρόλο που υπήρξαν αντιδράσεις από άλλους Πέρσες στρατηγούς, όπως ο Αρτάβαζος κι ο Αρτάβανος, πίστευαν πως απλά και μόνο η αριθμητική υπεροχή των Περσών δεν θα ήταν αρκετή για να εξασφαλίσει τη νίκη. Ο Μαρδόνιος σκοτώθηκε στη Μάχη των Πλαταιών και ο στρατός του ηττήθηκε.

Χάρτης της Δηλιακής συμμαχίας

Λίγο μετά τη λήξη των Περσικών πολέμων η Πανελλήνια συμμαχία που είχε συσταθεί το 481 με σκοπό την αντιμετώπιση των Περσών διασπάστηκε. Κύρια αιτία ήταν η συνέχιση του πολέμου κατά των Περσών από πλευράς Αθηναίων, ενώ οι Πελοποννήσιοι δεν επιθυμούσαν τη συνέχιση των πολεμικών επιχειρήσεων. Έτσι όταν οι Αθηναίοι έπλευσαν στον Ελλήσποντο για να ελευθερώσουν τις ελληνικές πόλεις της περιοχής, οι Σπαρτιάτες με τους υπόλοιπους Πελοποννήσιους αποχώρησαν. Χωρίς τη βοήθεια των υπόλοιπων Ελλήνων οι Αθηναίοι προχώρησαν στην πολιορκία της Σηστού και την κατέλαβαν το 478 π.Χ. Την ίδια χρονιά ή πιθανόν ένα χρόνο μετά, το 477 π.Χ. η Αθήνα προχώρησε στην ίδρυση της Δηλιακής συμμαχίας ή πρώτης Αθηναϊκής συμμαχίας. Την οργάνωση της συμμαχίας ανέλαβε ο Αριστείδης. Με την ίδρυση της συμμαχίας αυτής οι Αθηναίοι επισφράγισαν την υπεροχή τους στη θάλασσα.

Μετά το τέλος των Περσικών πολέμων και την αποχώρηση των Περσών η Αθήνα ήταν κατεστραμμένη πόλη. Την περίοδο αυτή άρχισε η ανέγερση των τειχών της πόλης. Η Σπάρτη αντέδρασε στην ανέγερση των τειχών και απαίτησε από τους Αθηναίους να μην προχωρήσουν στην οχύρωση της πόλης. Ο Θεμιστοκλής τότε πήγε στη Σπάρτη για να διαπραγματευτεί το θέμα δίνοντας εντολή στους Αθηναίους να συνεχίσουν την ανέγερση των τειχών. Ο ίδιος καθυστέρησε τις διαπραγματεύσεις με τους Σπαρτιάτες μέχρι το τείχος να φτάσει σε ένα ικανό ύψος για να αποκρούσει επιθέσεις και τότε τους αποκάλυψε πως η Αθήνα έχει ήδη τειχιστεί.[7]

Στα χρόνια μετά τη λήξη των Περσικών πολέμων κυριαρχούσε στην πολιτική σκηνή της Αθήνας, ο Θεμιστοκλής. Από το 476 έως το 462 κυριάρχησε στην πολιτική σκηνή της πόλης ο Κίμωνας, ο οποίος συνέχισε τις πολεμικές επιχειρήσεις κατά των Περσών. Το 476 π.Χ. κατέλαβε την πόλη Ηιόνα στις εκβολές του Στρυμώνα που ακόμα βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο των Περσών. Ένα χρόνο μετά επιτέθηκε κατά των Δολόπων πειρατών της Σκύρου, τους οποίους νίκησε απαλλάσσοντας το κεντρικό Αιγαίο από τη δράση τους. Οι Δόλοπες εκδιώχθηκαν από τη Σκύρο και στο νησί εγκαταστάθηκαν Αθηναίοι κληρούχοι[8].

Ο Περικλής

Οι Αθηναίοι στη συνέχεια πραγματοποίησαν μία σειρά από επιχειρήσεις που είχαν στόχο την ενδυνάμωση της Δηλιακής συμμαχίας. Αρχικά κατέλαβαν την Κάρυστο (473 π.Χ.) και στη συνέχεια κατέστειλαν την αποστασία της Νάξου (469 π.Χ.) επαναφέροντας την πόλη στη συμμαχία. Η Δηλιακή συμμαχία είχε αρχίσει να μετατρέπεται σταδιακά σε Αθηναϊκή ηγεμονία. Το 467 π.Χ. οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοί τους αντιμετώπισαν ξανά τους Πέρσες τους οποίους νίκησαν στη μάχη του Ευρυμέδοντα ποταμού, στις ακτές της Λυκίας. Με τη νίκη αυτή των Αθηναίων οι Πέρσες εγκατέλειψαν τις προσπάθειές τους για ανάκτηση των ελληνικών πόλεων της Μικράς Ασίας. Η πρώτη προσπάθεια αποικισμού της Αμφίπολης από τους Αθηναίους τους έφερε αντιμέτωπους με τους Θάσιους. Οι Αθηναίοι τελικά κατέλαβαν τη Θάσο το 463 π.Χ. και τη μετέτρεψαν σε φόρου υποτελή[9].

Η περίοδος του Κίμωνα έληξε το 462 π.Χ. και έναν χρόνο μετά ακολούθησε ο οστρακισμός του. Την περίοδο αυτή σημειώθηκε πολιτική μεταρρύθμιση στην Αθήνα με πρωτεργάτες τον Περικλή και τον Εφιάλτη του Σοφωνίδου. Με τη μεταρρύθμιση αυτή αφαιρέθηκαν πολλά προνόμια από τον Άρειο Πάγο που μεταβιβάστηκαν στην Εκκλησία του Δήμου, στη Βουλή των Πεντακοσίων και στην Ηλιαία. Με τις αλλαγές αυτές το πολίτευμα έγινε περισσότερο δημοκρατικό. Από το 461 π.Χ. κυριαρχεί στην πολιτική ζωή της πόλης ο Περικλής. Η τριακονταετία που ακολούθησε μέχρι το ξέσπασμα του Πελοποννησιακού πολέμου ήταν περίοδος μεγάλης ακμής για την Αθήνα και έγινε γνωστή ως χρυσός αιώνας του Περικλή. Ο Περικλής ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τον δημοκρατικό χαρακτήρα του πολιτεύματος παίρνοντας σειρά φιλολαϊκών μέτρων. Καθιέρωσε ημερομίσθιο για τους πολίτες που συμμετείχαν στην Ηλιαία ή στη Βουλή των Πεντακοσίων ώστε να αποκτήσουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν στα δύο σώματα και φτωχότεροι Αθηναίοι που δεν είχαν μέχρι τότε τη δυνατότητα να εγκαταλείψουν προσωρινά τις βιοποριστικές τους ασχολίες και να εκλεγούν σε κάποιο αξίωμα. Παραχωρήθηκε επίσης το δικαίωμα στους ζευγίτες να εκλέγονται εννέα άρχοντες.

Τα Μακρά Τείχη

Στον στρατιωτικό τομέα το 459 π.Χ. η Αθήνα εξασφάλισε τη συμμαχία των Μεγάρων και απέκτησε πρόσβαση στον Κορινθιακό[10]. Την περίοδο αυτή άρχισαν να οικοδομούνται και τα Μακρά Τείχη. Η ανάπτυξη της Αθήνας και προς τον Κορινθιακό κόλπο ανησύχησε την Κόρινθο η οποία εξασφαλίζοντας τη συμμαχία της Αίγινας, ανέλαβε πολεμικές επιχειρήσεις κατά των Αθηναίων. Το 458 οι δύο αντίπαλες δυνάμεις συγκρούστηκαν στην πόλη Αλιείς της νότιας Αργολίδας με τους Κορίνθιους και τους Αιγινίτες να υπερτερούν. Λίγο μετά όμως οι Αθηναίοι πολιόρκησαν την Αίγινα και την κατέλαβαν υποχρεώνοντάς την να ενταχθεί στη Δηλιακή συμμαχία. Την επόμενη χρονιά (457 π.Χ.) ανέλαβε δράση εναντίον της Αθήνας και η Σπάρτη η οποία κατάφερε να συμμαχήσει με τους Βοιωτούς. Τότε ξεκίνησε μία πολυετής διαμάχη μεταξύ των Αθηναίων και των Σπαρτιατών που αναφέρεται συχνά ως πρώτος Πελοποννησιακός πόλεμος. Την πρώτη χρονιά οι δύο αντίπαλοι συνασπισμοί συγκρούστηκαν στην Τανάγρα με τους Πελοποννήσιους και τους Βοιωτούς να επικρατούν των Αθηναίων αλλά λίγες μέρες μετά οι Αθηναίοι με αρχηγό τον Μυρωνίδη νικούν τους αντιπάλους τους στα Οινόφυτα[11]. Με τη νίκη των Αθηναίων στη μάχη των Οινοφύτων η Βοιωτία πέρασε προσωρινά στον έλεγχό τους. Στη συνέχεια η Αθήνα προχώρησε σε επιθετικές κινήσεις κατά της Σπάρτης. Με αρχηγό του στόλου τον Τολμίδη και στη συνέχεια τον ίδιο τον Περικλή, οι Αθηναίοι κατέστρεψαν το Γύθειο και εξασφάλισαν τη συμμαχία της Ζακύνθου, της Κεφαλονιάς και της Ακαρνανίας. Οι Αθηναίοι την περίοδο αυτή πραγματοποιούσαν και μία δεύτερη επιχείρηση στην Αίγυπτο βοηθώντας τον τοπικό άρχοντα που είχε επαναστατήσει κατά τον Περσών. Η επιχείρηση απέτυχε προκαλώντας στους Αθηναίους οικονομικές και στρατιωτικές απώλειες. Το γεγονός αυτό τους ανάγκασε να τερματίσουν τις επιχειρήσεις κατά της Σπάρτης κηρύσσοντας ανακωχή. Παράλληλα έκλεισαν ειρήνη με τους Πέρσες, γνωστή ως Καλλίειος ειρήνη από το όνομα του Αθηναίου διαπραγματευτή.

Το 447 π.Χ. οι Θηβαίοι έδιωξαν τη φιλοαθηναϊκή παράταξη της πόλης. Οι Αθηναίοι εκστράτευσαν εναντίον τους όπου και ηττήθηκαν στη μάχη της Κορώνειας[12]. Μετά από αυτή την αποτυχία η Αθήνα έχασε τον έλεγχο της Βοιωτίας που τον είχε εξασφαλίσει δέκα χρόνια πριν, στη μάχη των Οινοφύτων. Ένα χρόνο μετά αποχώρησαν και οι Μεγαρείς από την Αθηναϊκή συμμαχία. Η προσπάθεια για ανάκτηση των Μεγάρων οδήγησε σε νέα σύγκρουση με τη Σπάρτη. Τελικά οι δύο αντίπαλοι, Σπαρτιάτες και Αθηναίοι αποφάσισαν τη σύναψη ειρήνης για τριάντα χρόνια και τη διατήρηση του καθεστώτος που υπήρχε πριν την προσχώρηση των Μεγάρων στην Αθήνα, δηλαδή πριν το 459 π.Χ. Η συμφωνία ειρήνης αναφέρεται ως Τριακονταετείς Σπονδές (446 π.Χ).[13]

Την περίοδο μετά την τριακονταετή ειρήνη η Αθήνα έφτασε στη μέγιστη ακμή της. Ίδρυσε τις αποικίες Θούριοι (444 π.Χ.) στη Μεγάλη Ελλάδα και Αμφίπολη (437 π.Χ.) στη Μακεδονία, ενώ παράλληλα σύναψε συμμαχία με το Ρήγιο, και τους Λεοντίνους στη μεγάλη Ελλάδα και Σικελία. Η ανάπτυξη της Αθήνας στη δύση την οδήγησε πάλι σε έντονη αντιπαλότητα με την Κόρινθο. Η έχθρα προς τους Κορίνθιους και τους στενούς συμμάχους τους Μεγαρείς οδήγησε στην εφαρμογή του Μεγαρικού Ψηφίσματος με το οποίο απαγορευόταν στους Μεγαρείς να χρησιμοποιούν τα λιμάνια της Αθηναϊκής συμμαχίας. Ένα χρόνο μετά οι Αθηναίοι ενίσχυσαν την Κέρκυρα στον πόλεμο που διεξήγαγε κατά της Κορίνθου. Οι Κορίνθιοι τότε υποκίνησαν την πρώην αποικία τους Ποτίδαια να επαναστατήσει και να αποστατήσει από τη Δηλιακή συμμαχία. Οι Αθηναίοι λίγο μετά απέστειλαν στρατό για την καταστολή της επανάσταση γεγονός που πυροδότησε τον Πελοποννησιακό πόλεμο.

Πελοποννησιακός πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι αντίπαλες συμμαχίες του Πελοποννησιακού πολέμου. Με κόκκινο σημειώνονται οι σύμμαχοι της Αθήνας και με μπλε της Σπάρτης. Με γκρί σημειώνονται οι ουδέτεροι Έλληνες, με πράσινο οι βάρβαροι (μη-Έλληνες) και με κίτρινο οι Πέρσες.

Ο Πελοποννησιακός πόλεμος ξέσπασε το 431 π.Χ.[14] Την πρώτη περίοδο που αποκαλείται Αρχιδάμειος πόλεμος οι Σπαρτιάτες εισέβαλαν κάθε χρόνο και στρατοπέδευαν στην Αττική ενώ οι Αθηναίοι κλείνονταν στα Μακρά Τείχη και αναλάμβαναν επιχειρήσεις με τον στόλο τους. Το δεύτερο έτος ξέσπασε φοβερός λοιμός στην Αθήνα που οδήγησε στον θάνατο τα δύο τρίτα του πληθυσμό της πόλης. Ένα χρόνο μετά, το 429 π.Χ. ο Περικλής είδε τους δύο γιους του, τον Πάραλο και τον Ξάνθιππο να πεθαίνουν από το φοβερό λοιμό που χτύπησε την πόλη. Πέθανε και ο ίδιος από το λοιμό, τον Αύγουστο του 429 π.Χ.. Από τους διαδόχους του κυριάρχησε τα επόμενα χρόνια ο Κλέωνας. Σημαντικότερη επιχείρηση των Αθηναίων τα επόμενα χρόνια ήταν η κατάληψη της Πύλου, που πραγματοποιήθηκε το 425 π.Χ και η νίκη τους εναντίον των Σπαρτιατών στη μάχη της Σφακτηρίας. Οι Αθηναίοι με αρχηγό τον Δημοσθένη είχαν καταλάβει και οχυρώσει την Πύλο. Μετά την επιχείρηση αυτή οι Σπαρτιάτες αποχώρησαν από την Αττική και έστειλαν στρατό στην περιοχή, ο οποίος οχυρώθηκε στο νησί Σφακτηρία. Οι Αθηναίοι τότε απέστειλαν ενισχύσεις με αρχηγό τον Κλέωνα και στη μάχη που ακολούθησε πάνω στο νησί οι Αθηναίοι κατάφεραν να νικήσουν τους Σπαρτιάτες και να τους αιχμαλωτίσουν, πετυχαίνοντας την πρώτη σημαντική τους νίκη στον πόλεμο.

Ένα χρόνο μετά την επιτυχία της Πύλου οι Αθηναίοι στράφηκαν εναντίον των Βοιωτών από τους οποίους ηττήθηκαν στη μάχη του Δήλιου. Στη συνέχεια οι συγκρούσεις μεταφέρθηκαν στη Χαλκιδική όπου νέες πόλεις είχαν αποστατήσει με παρακίνηση της Σπάρτης. Οι Αθηναίοι κατέλαβαν τη Σκιώνη και τη Μένδη και στράφηκαν στη συνέχεια στην πρώην αποικία τους Αμφίπολη που είχε επίσης αποστατήσει. Την πόλη υπερασπίζονταν οι Σπαρτιάτες με αρχηγό τον Βρασίδα. Στη μάχη που ακολούθησε οι Αθηναίοι ηττήθηκαν, ενώ εκεί σκοτώθηκαν ο Κλέων και ο Βρασίδας. Τον Κλέωνα τον διαδέχτηκε ο πολιτικός του αντίπαλος, Νικίας. Ένα χρόνο μετά, Αθηναίοι και Σπαρτιάτες σύναψαν ειρήνη γνωστή ως Νικίειος ειρήνη, από το όνομα του Αθηναίου ηγέτη που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις.

Ο Αλκιβιάδης

Μετά τον Νικία υπερίσχυσε στην πολιτική σκηνή ο Αλκιβιάδης ο οποίος ήταν οπαδός της συνέχισης του πολέμου. Με ενέργειές του εξασφάλισε τη συμμαχία του Άργους προκαλώντας την άμεση επέμβαση της Σπάρτης που κατέληξε στη μάχη της Μαντίνειας. Στη μάχη αυτή επικράτησαν οι Σπαρτιάτες διαλύοντας τη συμμαχία των Αθηναίων με το Άργος. Το 416 π.Χ. οι Αθηναίοι αποφάσισαν να μεταφέρουν το πεδίο δράσης τους στη Σικελία, καθώς τους προσέλκυαν τα πλούτη του νησιού και τους προκαλούσε πάντα ανησυχία η ενδυνάμωση των Συρακουσών, μίας πόλης φιλικής προς τους Πελοποννήσιους, που είχε τη δυνατότητα να τους ενισχύει οικονομικά και να τους ανεφοδιάζει σε τρόφιμα. Ήδη το 427 π.Χ. είχαν στείλει μία μικρή δύναμη να βοηθήσει το Ρήγιο και τους Λεοντίνους που απειλούνταν από τις Συρακούσες[15]. Το 416 π.Χ. η αφορμή δόθηκε όταν η πόλη Έγεστα ζήτησε τη βοήθεια της Αθήνας για να προστατευτεί από τις επιθέσεις του γειτονικού Σελινούντα, που ήταν συμμαχική πόλη με τις Συρακούσες. Με προτροπή του Αλκιβιάδη οργάνωσαν μία πολύ δαπανηρή εκστρατεία, γνωστή ως Σικελική εκστρατεία, της οποία ανέλαβαν αρχηγοί, ο Αλκιβιάδης, ο Λάμαχος και ο Νικίας. Λίγο μετά την αναχώρηση της αποστολής, την άνοιξη του 415 π.Χ. ο Αλκιβιάδης κατηγορήθηκε για ιερόσυλη πράξη, τον αποκεφαλισμό των Ερμών, που είχε πραγματοποιηθεί στην Αθήνα λίγο πριν την αναχώρηση του στόλου. Οι Αθηναίοι ανακάλεσαν τον Αλκιβιάδη για να τον δικάσουν αλλά αυτός διέφυγε στη Σπάρτη. Για να εκδικηθεί τους Αθηναίους, συμβούλευσε τους Σπαρτιάτες να στείλουν ενισχύσεις στις Συρακούσες και να οχυρώσουν τη Δεκέλεια στην Αττική. Οι Σπαρτιάτες ακολούθησαν τις συμβουλές του Αλκιβιάδη και έστειλαν ενισχύσεις στις Συρακούσες με αρχηγό τον Γύλιππο. Ο Γύλιππος ανάγκασε τους Αθηναίους να λύσουν την πολιορκία της πόλης. Παρά τις μεγάλες ενισχύσεις που έστειλαν οι Αθηναίοι με αρχηγούς τον Δημοσθένη και τον Ευρυμέδοντα, ο αθηναϊκός στόλος και ο στρατός ηττήθηκαν από τους Συρακούσιους και τους Πελοποννήσιους παθαίνοντας μεγάλη πανωλεθρία. Περίπου 7.000 Αθηναίοι και σύμμαχοι αιχμαλωτίστηκαν και μεταφέρθηκαν για καταναγκαστικά έργα στα λατομεία των Συρακουσών.

Μετά την ατυχή για τους Αθηναίους έκβαση της Σικελικής εκστρατείας ο Πελοποννησιακός πόλεμος αναζωπυρώθηκε. Οι Σπαρτιάτες, οχυρωμένοι στη Δεκέλεια όπως τους είχε συμβουλεύσει ο Αλκιβιάδης, παρενοχλούσαν σοβαρά την αθηναϊκή ύπαιθρο ενώ οι Αθηναίοι κατέφυγαν πάλι μέσα στα Μακρά Τείχη. Εκτός από τη Σπάρτη είχαν να αντιμετωπίσουν τις ιωνικές πόλεις που αποστατούσαν. Σταδιακά η Χίος οι Κλαζομενές, η Ερυθραία και η Μίλητος αποστάτησαν αναγκάζοντας τους Αθηναίους να στείλουν στόλο για να τις επαναφέρουν στην Αθηναϊκή συμμαχία. Χρησιμοποιώντας ως βάση τη Σάμο που παρέμενε πιστή, επανέφεραν στη συμμαχία τις παραπάνω πόλεις. Το 411 π.Χ. σημειώθηκε απόπειρα στην Αθήνα για αλλαγή του πολιτεύματος, από ομάδα ολιγαρχικών με αρχηγούς τους Φρύνιχο και Αντιφώντα. Η εξουσία περιήλθε προσωρινά σε ένα σώμα 400 ολιγαρχικών, το οποίο ανατράπηκε μέσα στην ίδια χρονιά. Ο στόλος αντιθέτως, ο οποίος βρισκόταν εκείνη την περίοδο στη Σάμο, διατήρησε αρχηγούς της δημοκρατικής παράταξης ενώ ανακάλεσε και τον Αλκιβιάδη. Ο Αλκιβιάδης ανέλαβε αρχηγός των Αθηναίων στην πολιορκία της Κυζίκου όπου οι Αθηναίοι νίκησαν τους Σπαρτιάτες καταστρέφοντας τον στόλο τους. Τα επόμενα χρόνια ο αθηναϊκός στόλος συνέχισε τις επιχειρήσεις στην ευρύτερη περιοχή της Προποντίδας καταλαμβάνοντας το Βυζάντιο και τα Άβδηρα. Μετά τις επιτυχίες αυτές ο Αλκιβιάδης έγινε δεκτός στην Αθήνα, απαλλάχτηκε από τις κατηγορίες που τον βάραιναν και εκλέχτηκε νέος στρατηγός των Αθηναίων (407 π.Χ.) Ένα χρόνο μετά όμως, την άνοιξη του 406 π.Χ. ηττήθηκε στη ναυμαχία που έγινε στο Νότιο και καθαιρέθηκε. Αρχηγός στη συνέχεια ανέλαβε ο Κόνωνας, ο οποίος κατάφερε να πετύχει μεγάλη νίκη κατά των Σπαρτιατών στη ναυμαχία των Αργινουσών[16], το καλοκαίρι του 406 π.Χ. Παρά τη νίκη που σημείωσαν οι Αθηναίοι, καταδίκασαν σε θάνατο τους στρατηγούς που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι επειδή δεν περισυνέλλεξαν τα πτώματα των νεκρών. Καταδικάστηκαν σε θάνατο συνολικά έξι στρατηγοί. Ένα χρόνο μετά οι Σπαρτιάτες κατέλαβαν τη Λάμψακο, αναγκάζοντας τους Αθηναίους να στείλουν στόλο εναντίον τους, Στη ναυμαχία που πραγματοποιήθηκε στην περιοχή Αιγός Ποταμοί οι Σπαρτιάτες με τον Λύσανδρο συνέτριψαν τον αθηναϊκό στόλο και εξουδετέρωσαν πλήρως τις πολεμικές δυνατότητες της Αθήνας[17]. Μετά από ένα χρόνο πολιορκίας η Αθήνα παραδόθηκε και ο Πελοποννησιακός πόλεμος έληξε.

Ανασυγκρότηση της Αθήνας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Δήμοι και φυλές της αρχαίας Αθήνας

Μετά την παράδοση της Αθήνας η Σπάρτη επέβαλε στην πόλη ολιγαρχικό πολίτευμα. Την εξουσία ανέλαβαν τριάντα ολιγαρχικοί γνωστοί ως Τριάκοντα Τύραννοι. Οι δέκα από αυτούς άνηκαν στην ολιγαρχική παράταξη του Κριτία και άλλοι δέκα στην ολιγαρχική παράταξη του Θηραμένη. Κατά την περίοδο αυτή επικράτησε κλίμα τρομοκρατίας στην Αθήνα και πολλοί πολίτες εκτελέστηκαν. Οι μετριοπαθείς ολιγαρχικοί αντέδρασαν με αποτέλεσμα να εκτελεστεί ο εκπρόσωπός τους Θηραμένης. Τελικά το σκληρό καθεστώς των τριάντα τυράννων κατέλυσε ο Θρασύβουλος, έναν χρόνο μετά (403 π.Χ) ο οποίος με 70 συντρόφους κατέλαβε το φρούριο της Φυλής και στη συνέχεια με την υποστήριξη περισσότερων δημοκρατικών κατέλαβε τον Πειραιά. Οι ολιγαρχικοί συγκρούστηκαν με τους δημοκρατικούς στον Πειραιά όπου ηττήθηκαν. Στη σύγκρουση αυτή σκοτώθηκε και ο Κριτίας. Οι ολιγαρχικοί τότε κατέφυγαν στην Ελευσίνα όπου παρέμειναν μέχρι να τους χορηγηθεί άσυλο από το νέο καθεστώς της Αθήνας.

Τα επόμενα χρόνια οι Αθηναίοι συμμάχησαν με τους Βοιωτούς εκμεταλλευόμενοι την αλλαγή στάσης των τελευταίων εναντίον της Σπάρτης. Το 395 π.Χ. η Σπάρτη με αφορμή την επέμβαση των Βοιωτών στη Φωκίδα, έστειλε στρατό εναντίον τους. Οι δύο αντίπαλοι συγκρούστηκαν στην Αλίαρτο όπου επικράτησαν οι Βοιωτοί με τους συμμάχους τους Αθηναίους. Η ήττα της Σπάρτης από τους Βοιωτούς παρακίνησε και άλλες δυσαρεστημένες πόλεις να στραφούν εναντίον της με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένας μεγάλος συνασπισμός πόλεων που στρέφονταν πλέον κατά της Σπάρτης. Αποτέλεσμα της νέας διαμορφωμένης κατάστασης ήταν το ξέσπασμα του Κορινθιακού πολέμου που κράτησε εννέα χρόνια. Οι Σπαρτιάτες επικράτησαν του συνασπισμού στη μάχη του ποταμού Νεμέα λίγο έξω από την Κόρινθο και στη μάχη της Κορώνειας αλλά ηττήθηκαν στη θάλασσα, στην περιοχή της Κνίδου, από τον στόλο του Κόνωνα τον οποίον ενίσχυαν οι Πέρσες. Στο επόμενο διάστημα η Σπάρτη έκανε συνεχείς επιδρομές στην Κορινθία λεηλατώντας την περιοχή. Τους Κορίνθιους ενίσχυαν οι Αθηναίοι με αρχηγό τον Ιφικράτη και στη συνέχεια με τον Χαβρία. Παράλληλα ο πόλεμος συνεχιζόταν στη θάλασσα όπου οι Αθηναίοι κατάφεραν να κερδίσουν ξανά παλαιότερους συμμάχους, όπως τη Λέσβο, τη Σαμοθράκη και περιοχές της Θράκης. Σε μία επιχείρηση στην πόλη Άσπενδο της Παμφυλίας σκοτώθηκε ο Θρασύβουλος. Ο πόλεμος προκάλεσε μεγάλες φθορές και από τις δύο πλευρές και οδήγησε τους αντιμαχόμενους να επιθυμούν την ειρήνη. Αποτέλεσμα ήταν να δεχτούν τελικά σχέδιο που πρότεινε ο Πέρσης Βασιλιάς Αρταξέρξης. Με τη συμφωνία ειρήνης, γνωστή ως Ανταλκίδειος ειρήνη, οι Πέρσες απέκτησαν πάλι τον έλεγχο της Μικράς Ασίας και της Κύπρου, ενώ οι Αθηναίοι διατήρησαν τα νησιά Σκύρο, Λήμνο και Ίμβρο.

Η Ελλάδα την περίοδο της Θηβαϊκής ηγεμονίας

Το 378 π.Χ. η Αθήνα ίδρυσε τη Δεύτερη Αθηναϊκή συμμαχία με στόχο να αποτρέψει τον Σπαρτιατικό επεκτατισμό προς τα νησιά του Αιγαίου. Στη συμμαχία προσχώρησαν τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου, η Εύβοια, το Κοινό της Χαλκιδικής, οι πόλεις των νότιων παραλίων της Θράκης και αργότερα τα νησιά του Ιονίου εκτός από τη Ζάκυνθο. Το 371 π.Χ. η Αθήνα ανησυχώντας για την ενδυνάμωση της Θήβας έκλεισε ειρήνη με τη Σπάρτη. Οι Θηβαίοι μετά την επικράτησή τους στη μάχη των Λεύκτρων το 371 π.Χ. κυριάρχησαν στον ελλαδικό χώρο το επόμενο διάστημα. Τελικά συγκρούστηκαν με τους αντιπάλους τους στη Μαντίνεια με τους Αθηναίους να πολεμούν στο πλευρό των Σπαρτιατών. Η μάχη της Μαντίνειας δεν ανέδειξε νικητή αλλά οδήγησε σε συνθήκη ειρήνης μεταξύ των αντίπαλων πλευρών. Η Αθήνα στο μεταξύ προσπαθούσε να διατηρήσει τη συνοχή της δεύτερης Αθηναϊκής συμμαχίας που αντιμετώπιζε συνεχείς απόπειρες πόλεων για αποστασία. Με κύριους επικεφαλής του στόλου τον Ιφικράτη, τον Χαβρία, τον Τιμόθεο και τον Χάρη προσπαθούσε να διατηρήσει την ακεραιότητα της συμμαχίας. Μεταξύ του 357 και 355 ένας συνασπισμός πόλεων που αποστάτησαν από τη συμμαχία, με κυριότερες τη Ρόδο, την Κω και τη Χίο, συγκρούστηκαν με την Αθήνα. Κατά τον συμμαχικό πόλεμο όπως έγινε γνωστός ο πόλεμος μεταξύ των πρώην μελών της Β΄ Αθηναϊκής συμμαχίας οι Αθηναίοι δεν κατάφεραν να επαναφέρουν τις παραπάνω πόλεις στη συμμαχία. Την περίοδο αυτή ξέσπασε και ο τρίτος ιερός πόλεμος, στον οποίο οι Αθηναίοι τάχτηκαν στο πλευρό των Φωκέων. Η στάση τους αυτή τους έφερε αντιμέτωπους με τους Μακεδόνες του Φιλίππου που είχαν σπεύσει να αντιμετωπίσουν τους Φωκείς. Οι Μακεδόνες επικράτησαν τελικά και σύναψαν ειρήνη με τους Αθηναίους, την επονομαζόμενη Φιλοκράτειο ειρήνη (346 π.Χ.). Οι Αθηναίοι όμως παρασυρμένοι από τους λόγους του Δημοσθένη[18] εγκατέλειψαν γρήγορα τη φιλική στάση προς τους Μακεδόνες και άρχισαν να δημιουργούν συνασπισμό εναντίον τους. Στον συνασπισμό προσχώρησαν οι Θηβαίοι, οι Κορίνθιοι και οι Μεγαρείς. Οι δύο αντίπαλοι συγκρούστηκαν στη Χαιρώνεια το 338 π.Χ. και στη μάχη που ακολούθησε επικράτησαν οι Μακεδόνες που αναδείχθηκαν πλέον σε κυρίαρχη δύναμη στον ελλαδικό χώρο.

Ελληνιστική περίοδος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αθήνα συμμετείχε στην πανελλήνια συμμαχία που συγκροτήθηκε από τους Μακεδόνες, με σκοπό να εκστρατεύσουν εναντίον των Περσών. Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου όμως, οι Αθηναίοι εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία μαζί με άλλες πόλεις της Ελλάδας να στραφούν εναντίων των Μακεδόνων, γεγονός που οδήγησε στον Λαμιακό πόλεμο (322 π.Χ.). Οι Μακεδόνες μετά τον πόλεμο και αφού νίκησαν τους Αθηναίους, εγκατέστησαν φρουρά στον Πειραιά. Αργότερα ο Κάσσανδρος τοποθέτησε τοποτηρητή στην Αθήνα τον Δημήτριο Φαληρέα. Το 307 π.Χ. ο γιος του Αντίγονου, Δημήτριος Πολιορκητής κατέλαβε την Αθήνα. Ο Δημήτριος στη συνέχεια κατέλαβε τον θρόνο της Μακεδονίας με αποτέλεσμα η Αθήνα να γίνει μέρος του Μακεδονικού βασιλείου, όπου παρέμεινε και όταν βασιλιάς της Μακεδονίας έγινε ο γιος του Δημήτριου, Αντίγονος Γονατάς. Το 268 π.Χ. η Αθήνα εντάχθηκε στη Σπαρτιατική συμμαχία κατά των Μακεδόνων. Ο συνασπισμός των πόλεων της Ελλάδας συγκρούστηκε με τους Μακεδόνες του Αντίγονου. Ο πόλεμος αυτός που ονομάστηκε Χρεμωνίδειος πόλεμος (267-261 π.Χ.) έληξε με νίκη των Μακεδόνων οι οποίοι επέβαλαν πάλι Μακεδονική φρουρά στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια του δεύτερου Μακεδονικού πολέμου οι Αθηναίοι τάχθηκαν στο πλευρό των Ρωμαίων.

Απεικόνιση της Αθήνας κατά την εποχή του αυτοκράτορα Αδριανού, 19ος αιώνας

Όταν πλέον οι Ρωμαίοι κινήθηκαν κατά της νότιας Ελλάδας, οι Αθηναίοι δεν πρόβαλαν αντίσταση και έγιναν μέρος του ρωμαϊκού κόσμου. Το 88 π.Χ., κατά τη διάρκεια του πρώτου Μιθριδατικού πολέμου, οι Αθηναίοι κάλεσαν τον Μιθριδάτη να απελευθερώσει την πόλη τους. Την ίδια περίοδο ανέλαβε τύραννος της Αθήνας ο Αριστίων. Ο Ρωμαίος στρατηγός Σύλλας πολιόρκησε την Αθήνα και την κατέλαβε το 86 π.Χ. διαπράττοντας τεράστιες καταστροφές. Αυτή ήταν και η τελευταία απόπειρα της Αθήνας να υπάρξει σαν ελεύθερη πόλη. Μετά την κατάκτησή της από τον Σύλλα, οι Ρωμαίοι έδωσαν στην Αθήνα ειδικό καθεστώς αυτονομίας λόγω της έντονης πνευματικής κίνησης που υπήρχε σ' αυτή. Η Αθήνα συνέχισε να συγκεντρώνει σημαντικές προσωπικότητες των γραμμάτων της εποχής ενώ πολλοί Ρωμαίοι Αυτοκράτορες απέκτησαν κατοικίες στην πόλη. Τα σημαντικότερα έργα της Ρωμαϊκής περιόδου πραγματοποίησε στην Αθήνα ο Αυτοκράτορας Αδριανός την περίοδο μεταξύ 117 και 138 μ.Χ.. Ο Αδριανός ολοκλήρωσε τον Ναό του Ολυμπίου Διός, και προχώρησε στην κατασκευή πολλών σημαντικών δημόσιων κτιρίων όπως τη βιβλιοθήκη, το γυμνάσιο, το υδραγωγείο κλπ.. Προς τιμήν του οι Αθηναίοι έκτισαν την αψίδα που έγινε γνωστή ως πύλη του Αδριανού. Σημαντικά έργα πρόσφερε στην πόλη ο εύπορος Αθηναίος Ηρώδης ο Αττικός με σπουδαιότερο το Ωδείο που φέρει το όνομά του.

Το 267 μ.Χ. η Αθήνα υπέστη μεγάλες καταστροφές από την επιδρομή των Ερούλων, γερμανικού λαού που είχε εισβάλλει στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Μετά την επιδρομή η πόλη συρρικνώθηκε. Παρέμεινε όμως σημαντικό κέντρο των γραμμάτων μέχρι το κλείσιμο των φιλοσοφικών σχολών από τον Ιουστινιανό το 529 μ.Χ.

Κύρια λήμματα: Βασιλείς της Αρχαίας Αθήνας, Επώνυμος άρχοντας, Αθηναϊκή δημοκρατία
όστρακο. Αναφέρει το όνομα του Κίμωνα Μιλτιάδου

Το πολίτευμα της βασιλείας (Βασιλείς της Αρχαίας Αθήνας) φαίνεται να εξασθένησε στην Αθήνα περίπου την εποχή της καθόδου των Δωριέων (1100 π.Χ.). Το πολίτευμα που επικράτησε στην Αθήνα για τους επόμενους αιώνες με εκλεγμένους Επώνυμους άρχοντες ήταν αριστοκρατία η οποία κατέρρευσε μετά την επιβολή τυραννίας από τον Πεισίστρατο το 560 π.Χ.. Μετά την πτώση της Τυραννίας το 510 π.Χ. ο Κλεισθένης προχώρησε σε πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις μετατρέποντας το πολίτευμα της Αθήνας σε δημοκρατία. Η εξουσία πέρασε στην εκκλησία του δήμου και όλοι οι Αθηναίοι πολίτες ανεξαρτήτως τάξης και εισοδήματος είχαν δικαίωμα συμμετοχής στα κοινά και στη λήψη αποφάσεων. Ο Κλεισθένης καθιέρωσε επίσης και τον θεσμό του οστρακισμού. Η Αθηναϊκή δημοκρατία ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο τα επόμενα χρόνια, κυρίως όμως από τις μεταρρυθμίσεις του Περικλή. ο Περικλής προχώρησε σε ακόμα πιο ριζοσπαστικούς νόμους, ενισχύοντας περισσότερο τον θεσμό της δημοκρατίας.[19][20] Από την Αθηναϊκή δημοκρατία, εξαιρούνταν σε όλες τις φάσεις της, οι δούλοι και οι γυναίκες.

Η Σχολή των Αθηνών. Έργο του Ραφαήλ

Σε καμία άλλη πόλη της αρχαίας Ελλάδας δεν αναπτύχθηκαν τόσο πολύ οι τέχνες και τα γράμματα όσο στην αρχαία Αθήνα καθώς εκεί αναπτύχθηκαν οι κατάλληλες συνθήκες για να υπάρξει αυτό το αξιοθαύμαστο πολιτιστικό δημιούργημα. Οι λόγοι που αυτό συνέβη ιδιαίτερα στην Αθήνα ήταν η ύπαρξη δημοκρατικού πολιτεύματος, η μεγάλη εισροή πλούτου στην πόλη, αλλά και η έντονη συναναστροφή και ανταλλαγή ιδεών με ξένους λαούς και πολιτισμούς μέσω του ιδιαίτερα ανεπτυγμένου Αθηναϊκού εμπορίου. Το μεγαλύτερο μέρος του πολιτιστικού δημιουργήματος της αρχαίας Ελλάδας οφείλεται στην Αθήνα. Εκεί δημιουργήθηκε το θέατρο, πρωτοεφαρμόστηκε το δημοκρατικό πολίτευμα, αναπτύχθηκε η φιλοσοφία, η ιστοριογραφία, η ρητορική, η γλυπτική, η αρχιτεκτονική κ.α. Από την Αθήνα κατάγονταν μερικές από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της πολιτικής, των γραμμάτων και των τεχνών της αρχαιότητας, όπως οι πολιτικοί Περικλής, Μιλτιάδης, Αριστείδης, Θεμιστοκλής, και Κίμων, οι Δραματικοί ποιητές[21] Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης και Αριστοφάνης, οι φιλόσοφοι Σωκράτης και Πλάτωνας, οι ιστορικοί Θουκυδίδης και Ξενοφώντας, οι ρήτορες Λυσίας, Ισοκράτης και Δημοσθένης ο γλύπτης Φειδίας, οι αρχιτέκτονες Ικτίνος, Καλλικράτης και Μνησικλής κ.α. Επίσης οι φιλόσοφοι Αριστοτέλης, Αναξαγόρας, Επίκουρος, και Ζήνων έζησαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στην Αθήνα. Στην Αθήνα λειτούργησαν και οι μεγάλες φιλοσοφικές σχολές της αρχαιότητας, όπως η Ακαδημία Πλάτωνος και το Λύκειο του Αριστοτέλη και αργότερα η σχολή των Επικούρειων φιλοσόφων και των Στωικών.

Οὐκοῦν διὰ βραχέων προακοῦσαι χρή σε ἃ περὶ πόλεως καὶ πολιτῶν ἡμῖν δοκεῖ. Πόλιν γὰρ ἡμεῖς οὐ τὰ οἰκοδομήματα ἡγούμεθα εἶναι, οἷον τείχη καὶ ἱερὰ καὶ νεωσοίκους, ἀλλὰ ταῦτα μὲν ὥσπερ σῶμά τι ἑδραῖον καὶ ἀκίνητον ὑπάρχειν εἰς ὑποδοχὴν καὶ ἀσφάλειαν τῶν πολιτευομένων, τὸ δὲ πᾶν κῦρος ἐν τοῖς πολίταις τιθέμεθα· τούτους γὰρ εἶναι τοὺς ἀναπληροῦντας καὶ διατάττοντας καὶ ἐπιτελοῦντας ἕκαστα καὶ φυλάττοντας, οἷόν τι ἐν ἡμῖν ἑκάστῳ ἐστὶν ἡ ψυχή.

Ανάχαρσις ή περί Γυμνασίων[22],

Λουκιανός 20 1-9 πρότυπο κείμενο από τον E.Talbot (1912)
Πρέπει λοιπόν να ακούσεις πρώτα εν συντομία τις απόψεις μας για την πόλη και τους πολίτες. Πόλη εμείς δεν θεωρούμε τα οικοδομήματα, όπως για παράδειγμα τα τείχη, τα ιερά και τους νεώσοικους. Αυτά αποτελούν ένα είδος σώματος, σταθερού και ακίνητου, για να δέχονται και να προστατεύουν τους πολίτες. Όλο το βάρος το δίνουμε στους πολίτες, γιατί αυτοί είναι που γεμίζουν την πόλη, σχεδιάδουν και εκτελούν το κάθε τι και την προστατεύουν, όπως περίπου δηλαδή είναι για καθένα από μας η ψυχή.

Η ιστορία μίας πόλης-κράτους, όπως ήταν τότε η Αθήνα και κατ΄ επέκταση ενός έθνους, δεν περιορίζεται στις εκδηλώσεις της δημόσιας ζωής,[23] του λόγου και της τέχνης. Αφορά και τον ιδιωτικό βίο,[24] την καθημερινή ενασχόληση των ατόμων, την εργασία και την παραγωγή υλικών αγαθών, την κατοικία και τον περίγυρο, την τεχνική πρόοδο, τη διατροφή,[25] την ενδυμασία,[26] τη διακίνηση των προϊόντων,[27] την ψυχαγωγία, τη μακραίωνη λαϊκή παράδοση, τις δοξασίες και τα άγραφα έθιμα σχετικά με τα μεγάλα γεγονότα της ζωής, τη γέννηση, τον γάμο και τον θάνατο. Οι ειδήσεις που διαθέτουμε, για να αναπλάσουμε τον ιδιωτικό βίο στην αρχαία κοινωνία, στηρίζονται σε ανασκαφικά δεδομένα, σε παραστάσεις αγγείων και σε μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων.

Στο διάλογο του Ανάχαρσις ή περί γυμνασίων ο Λουκιανός μας μεταφέρει στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα στον οποίο συζητούν ο νομοθέτης Σόλων, που έθεσε τα θεμέλια της Αθηναϊκής πολιτείας και ο Σκύθης Ανάχαρσις, ένα σχεδόν μυθικό πρόσωπο. Το κύριο θέμα του διαλόγου είναι ο τρόπος διαπαιδαγώγησης των νέων και ιδιαίτερα ο αθλητισμός. Για τον ξένο Σκύθη όλες αυτές οι ασχολίες, που ήταν άγνωστες στον λαό του, φαντάζουν άσκοπες και γελοίες. Αδυνατεί να αντιληφθεί ότι η σκληραγωγία και ο αθλητισμός διαπλάθουν όχι μόνο το σώμα αλλά και τον χαρακτήρα των νέων. Αυτοί οι μάταιοι κόποι, Ανάχαρσι, οι συνεχείς κυβιστήσεις στη λάσπη και οι υπαίθριες ταλαιπωρίες στην άμμο μας εξασφαλίζουν τις άμυνες απέναντι στα βέλη του ήλιου και δεν χρειαζόμαστε πια καπέλο, που να εμποδίζει τις ακτίνες να φτάνουν στο κεφάλι μας.

Στην ελληνική αρχαιότητα,ό όρος υποδήλωνε μια υπηρεσία, τακτική ή έκτακτη, που επέβαλε το κράτος των Αθηναίων στους πλουσιότερους πολίτες του. Πιο συγκεκριμένα, οι πολίτες που διέθεταν περιουσίες μεγαλύτερες των τριών ταλάντων έπρεπε να εκτελούν διάφορες υπηρεσίες, όπως:

  • Η χορηγία[28][29], η οποία συμπεριλάμβανε τη συγκρότηση χορού για τις δημόσιες γιορτές.
  • Η γυμνασιαρχία, που υπέβαλε την υποχρέωση να εκπαιδεύονται στα γυμνάσια οι διαγωνιζόμενοι σε γυμναστικούς αγώνες.
  • Η πρώτη στην κατηγορία, από άποψη εξόδων, λειτουργία ήταν η τριηραρχία, δηλαδή η υποχρέωση που αναλάμβανε ένας πλούσιος πολίτης να εξοπλίσει μια τριήρη (πολεμικό πλοίο) μόνο σε πολεμικές περιόδους.[30]
  • Άλλη λειτουργία ήταν η αρχιθεωρία, η αντιπροσωπεία δηλαδή που αποστέλλονταν στις τέσσερις μεγάλες πανελλήνιες γιορτές ή στη Δήλο και σε άλλους ιερούς τόπους. Στην περίπτωση αυτή, η πολιτεία κάλυπτε ένα μέρος από τα έξοδα.
  • Τέλος η εστίαση ήταν η καταβολή των εξόδων για ένα γεύμα που παραθέτονταν την ημέρα μιας μεγάλης γιορτής σ΄όσους ανήκαν στην ίδια με το λειτουργό φυλή.

Λατρευτικοί χώροι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο
Οι[νεκρός σύνδεσμος] κύριες θρησκευτικές εορτές και ιερά στην αρχαία Ελλάδα.

Στον χώρο της αρχαίας Αθήνας υπήρχαν μερικοί από τους σημαντικότερους λατρευτικούς χώρους της αρχαίας Ελλάδας. Ο σημαντικότερος λατρευτικός χώρος ήταν η Ακρόπολη στον οποίο λατρευόταν η θεά Αθηνά. Η ακρόπολη ήταν ο σημαντικότερος λατρευτικός χώρος της θεάς Αθηνάς στην αρχαία Ελλάδα. Μετά την αποχώρηση των Περσών το 479 π.Χ. ανοικοδομήθηκαν στην Ακρόπολη εντυπωσιακά μνημεία κάτω από την επίβλεψη των σημαντικότερων αρχιτεκτόνων και γλυπτών της αρχαιότητας όπως του Φειδία, του Ικτίνου, του Καλλικράτη κ.α.

Πολύ σημαντικός λατρευτικός χώρος ήταν το Σούνιο, αφιερωμένος στον θεό Ποσειδώνα. Στο Σούνιο υπήρχε σημαντικός ναός αφιερωμένος στον Ποσειδώνα που σώζεται μέχρι σήμερα. Στην Ελευσίνα λατρευόταν η θεά Δήμητρα και η περιοχή ήταν από τους σημαντικότερους λατρευτικούς χώρους στην αρχαία Αθήνα. Εκεί διεξάγονταν κάθε χρόνο τα Ελευσίνια Μυστήρια σημαντική γιορτή προς τιμήν της θεάς Δήμητρας[31].

Στον Δήμο του Πειραιεύς υπήρχε ο σημαντικός ναός της Μουνιχίας Αρτέμιδος οπού τελούνταν ετησία σημαντική γιορτή της αρχαίας Αθήνας τα Μουνίχια, καθώς και ένας μήνας του ημερολογίου της αρχαίας Αθήνας λεγόταν Μουνιχιών. Επίσης επειδή στον δήμο όντας το κεντρικό λιμάνι ζούσε μεγάλο μέρος του ξένου πληθυσμού της πόλης υπήρχαν πολυάριθμα ιερά άλλων εθνοτήτων. Κατά τους κλασσικούς χρόνους, οι Θράκες, οι οποίοι είχαν μετοικήσει στην Αθήνα, μεταφέροντας την θρακική θεότητα της βένδιδος γιόρταζαν στο ιερό της Βένδιδος στον Πειραιεύς τα Βενδίδεια τη 19η ημέρα του μήνα Θαργηλιώνα, γιορτή στην οποία αναφέρεται ο Πλάτων στο έργο του «Πολιτεία».[32].

Στην ανατολική Αττική υπήρχαν άλλοι τρεις σημαντικοί λατρευτικοί χώροι. Η Βραυρώνα στην περιοχή του αρχαίου Αθηναϊκού δήμου της Αραφήνος, που ήταν λατρευτικός χώρος της Άρτεμης, ο Ραμνούντας, στην περιοχή του αρχαίου Αθηναϊκού δήμου του Μαραθώνα, όπου λατρευόταν η θεά Νέμεση και το Αμφιαράειο στα σύνορα με τη Βοιωτία, σημαντικό μαντείο αφιερωμένο τον μυθικό ήρωα Αμφιάραο.

Η Αρχαία Βραυρώνα

Υπήρχαν πολυάριθμοι δήμοι σε όλη την περιοχή της Αρχαίας Αττικής. Οι δήμοι διακρίνονταν σε δήμους του άστεως (δήμοι με αστικό χαρακτήρα), σε παράλιους δήμους (δήμους κοντά στην ακτή) και σε μεσόγειους δήμους (δήμους στο εσωτερικό της χερσονήσου). Οι σημαντικότεροι ήταν οι δήμοι που βρίσκονταν στην κύρια πόλη ή Άνω πόλη[33]. Οι σημαντικότεροι δήμοι του άστεως ήταν, ο Αλιμούς, ο Κολωνός, ο Πειραιεύς, το Φάληρο, η Αλωπεκή, το Κυδαθήναιον, η Μελίτη, οι Λακιάδες, η Κοίλη, ο Ευώνυμος, ο Κολυττός και οι Σκαμβωνίδες. Ο Κολωνός βρισκόταν στις όχθες του Κηφισού στην ίδια θέση με την σημερινή[31]. Ο Πειραιεύς, το Φάληρο και ο Άλιμος βρίσκονταν στην ίδια θέση που βρίσκονται και σήμερα οι ομώνυμες περιοχές. Η Αλωπεκή βρισκόταν στην περιοχή της σημερινής Δάφνης ενώ το Κυδαθήναιον βρίσκονταν εντός του Θεμιστόκλειου τείχους, στα βόρεια της Ακρόπολης (η οποία ήταν τμήμα του δήμου) και η περιοχή του δήμου εκτεινόταν ως τον ποταμό Ηριδανό και στα δυτικά μέχρι την Αγορά[34]. Η περιοχή του δήμου αντιστοιχεί περίπου στα όρια της σημερινής συνοικίας της Πλάκας[35]και της πλατείας Συντάγματος. Ο δήμος της Μελίτης βρισκόταν εντός των τειχών, δυτικά της Ακρόπολης, λίγο δυτικότερα του λόφου Νυμφών [36]. Περιλάμβανε την Αγορά και την Πνύκα. Νοτιότερα της Μελίτης βρισκόταν ο δήμος των Σκαμβωνιδών, ενώ ο Ευώνυμος ήταν ακόμα νοτιότερα, στην περιοχή της σημερινής Ηλιούπολης. Ο δήμος Λακιαδών βρισκόταν δυτικά του κυρίως οικισμού της Αθήνας, πάνω στην Ιερά Οδό, και είχε πάρει το όνομά του από τον ήρωα Λάκιο[37], του οποίου ο ναός ήταν στη περιοχή.

Από τους πολυάριθμους παράλιους δήμους οι σημαντικότεροι ήταν ο Θορικός, λίγο βορειότερα του σημερινού Λαυρίου, η Αιξωνή, στη θέση της σημερινής Γλυφάδας, η Ραφήνα, η Βραυρώνα, στην οποία υπήρχε και σημαντικός λατρευτικός χώρος της Αρτέμιδας, η Ελευσίνα, πολύ σημαντικός λατρευτικός χώρος επίσης, ο Μαραθώνας, η Θρία, στη θέση του σημερινού Ασπροπύργου (που έδωσε το όνομά της και σε όλη τη πεδιάδα γύρω της, το Θριάσιο πεδίο), ο Ανάφλυστος στη θέση της σημερινής Αναβύσσου, οι Φρεάρριοι στη σημερινή Φέριζα κοντά στην Ανάβυσσο, το Λαύριο και ο Μυρρινούς στην περιοχή του σημερινού όρους Μερέντα και κοντά στη θέση του σημερινού Μαρκοπούλου. Στη θέση του σημερινού οικισμού Πόρτο Ράφτη βρισκόταν οι δήμοι Στειρίας και Πρασιών. Οι Λαμπτρές [31] (Παράλιαι και Καθύπερθεν), σημαντικοί και πολυπληθείς δήμοι της ανατολικής Αττικής (όπως αναδεικνύεται από τον αριθμό βουλευτών που στέλναν στην Αθήνα), βρισκόταν στο νοτιοδυτικό κομμάτι των Μεσογείων, γύρω από τη σημερινή περιοχή Κίτσι.

Οι κυριότεροι δήμοι των Μεσογείων ήταν η Δεκέλεια στην περιοχή του σημερινού Τατοΐου, ο Αυλώνας, ο Χολαργός, η Κηφισιά, η Φλύα, το Άθμονον, η Λευκονόη, η Εκάλη, ο Σφηττός, οι Αφίδνες, οι Αχαρνές, η Φυλή, οι Ελευθερές, η Οινόη, η Παιανία και η Παλλήνη. Ο Χολαργός βρισκόταν στη δυτική πλευρά του λεκανοπεδίου σε τελείως διαφορετική θέση από τον σημερινό Χολαργό[38]. Η Φλύα βρισκόταν στην περιοχή του σημερινού Χαλανδρίου ενώ το Άθμονον βρισκόταν στην περιοχή του Αμαρουσίου. Στην περιοχή αυτή υπήρχε ιερό της Αμαρυσίας Αρτέμιδας[39]. Στα σύνορα περίπου των σημερινών δήμων Ιλίου και Περιστερίου πρέπει να βρισκόταν σύμφωνα με τις περισσότερες ενδείξεις ο αρχαίος δήμος της Λευκονόης. Στο παρελθόν πίστευαν ότι στη θέση του σημερινού δήμου Ιλίου βρισκόταν ο αρχαίος δήμος Τρώων ή Ξυπέτης, κάτι που δεν επιβεβαιώνεται από τη σύγχρονη έρευνα[40]. Η Κηφισιά, οι Αχαρνές, οι Αφίδνες, η Παλλήνη και η Παιανία βρίσκονταν στη θέση των σημερινών ομώνυμων δήμων, η Εκάλη βρισκόταν κοντά στον σημερινό Διόνυσο, ενώ ο Σφηττός, από την οποία πήρε το όνομα η σημερινή λεωφόρος Λαυρίου (Σφηττία Οδός) βρισκόταν δυτικά του σημερινού Κορωπίου στον λόφο Χριστός. Περεταίρω, ο Ωρωπός στα βόρεια της Αττικής ήταν άλλοτε Αθηναϊκή πόλη και άλλοτε Βοιωτική.

Η Αθήνα κατά τον πρώτο αποικισμό αποτέλεσε μητρόπολη πολλών ιωνικών αποικιών στα παράλια της Μικράς Ασίας και στα νησιά του Αιγαίου. Ο μύθος αναφέρει τον γιο του Κόδρου, Άνδροκλο ως ιδρυτή της Εφέσου, και τον Αθηναίο Φιλογένη ως ιδρυτή της Φώκαιας μαζί με Φωκείς αποίκους[41]. Κατά τον δεύτερο αποικισμό οι Αθηναίοι δεν δημιούργησαν πολλές αποικίες σε αντίθεση με άλλες εμπορικές δυνάμεις της εποχής. Την εποχή του Περικλή όμως, όταν η Αθήνα βρισκόταν στο απόγειο της δύναμής της προχώρησε στην ίδρυση δύο σημαντικών εμπορικών αποικιών. Ίδρυσε την Αμφίπολη το 437 π.Χ. στην περιοχή της Θράκης και τους Θούριους το 444 π.Χ. στη θέση της παλιάς κατεστραμμένης αποικίας Σύβαρης στη νότια Ιταλία. Η διείσδυση της Αθήνας στους εμπορικούς δρόμους της δύσης με την ίδρυση των Θουρίων, αύξησε την ανησυχία των Κορινθίων που μέχρι τότε έλεγχαν εμπορικά τις δυτικές αποικίες και ενίσχυσε την εχθρότητα τους προς τους Αθηναίους, κάτι που αποτέλεσε μία από τις αιτίες του Πελοποννησιακού πολέμου[42].

  1. Βικιθήκη, Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Θησέας.
  2. Βικιθήκη, Ιλιάδα, Ραψωδία Β 544-556. Οἳ δ' ἄρ' Ἀθήνας εἶχον ἐϋκτίμενον πτολίεθρον δῆμον Ἐρεχθῆος μεγαλήτορος, ὅν ποτ' Ἀθήνη θρέψε Διὸς θυγάτηρ, τέκε δὲ ζείδωρος ἄρουρα, κὰδ δ' ἐν Ἀθήνῃς εἷσεν ἑῷ ἐν πίονι νηῷ· ἔνθα δέ μιν ταύροισι καὶ ἀρνειοῖς ἱλάονται 550 κοῦροι Ἀθηναίων περιτελλομένων ἐνιαυτῶν· τῶν αὖθ' ἡγεμόνευ' υἱὸς Πετεῶο Μενεσθεύς. τῷ δ' οὔ πώ τις ὁμοῖος ἐπιχθόνιος γένετ' ἀνὴρ κοσμῆσαι ἵππους τε καὶ ἀνέρας ἀσπιδιώτας· Νέστωρ οἶος ἔριζεν· ὃ γὰρ προγενέστερος ἦεν· τῷ δ' ἅμα πεντήκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο
  3. Άγγελος Βλάχος (1998). Πεισίστρατος ο Φιλόπρωτος. Βιβλιοπωλείο της «ΕΣΤΙΑΣ». ISBN 960-05-0769-4. 
  4. 4,0 4,1 Βικιθήκη Ηροδότου Ιστορία, βιβλίο/Α.
  5. Claude Mosse· Annie Schnapp-Gourbeillon (2012). «Μηδικοί Πόλεμοι και η Εγκαθίδρυση της Ηγεμονίας της Αθήνας / Ο Πρώτος Μηδικός Πόλεμος: Μαραθώνας». Επίτομη Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας. Μετάφραση: Λύντια Στεφάνου) (14η έκδοση). Αθήνα: Παπαδήμα. σελ. 238. ISBN 978-960-206-363-7. 
  6. Βικιθήκη Ηροδότου Ιστορία, βιβλίο/Θ.
  7. Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, 1.89-1.90
  8. Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, 1.98-1.99
  9. Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, 1.100,1.101
  10. Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, 1.103
  11. Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, 1.107-1.108
  12. Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, 1.113
  13. Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, 1.115
  14. Νίκος Μ. Σκουτερόπουλος (2011). Θουκυδίδης με αντικρυστό κείμενο στη νεοελληνική. ΠΟΛΙΣ. ISBN 978-960-435-303-3. 
  15. Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, 3.86
  16. Ξενοφώντα Ελληνικά 1.5
  17. Ξενοφώντα Ελληνικά 2.1
  18. Κωνσταντίνος Τσάτσος (2000). Δημοσθένης «Οι τρεις Ολυνθιακοί, τρεις Φιλιππικοί και ο λόγος περί των εν Χερρονήσω» (3η έκδοση). Βιβλιοπωλείο της Εστίας. ISBN 960-05-0905-0. 
  19. Πλούταρχος, Βίοι παράλληλοι Περικλής.
  20. Dominique Colas (2000). Αριστοτέλης-Αθηναίων Πολιτεία. Μετάφραση: Αλόη Σιδέρη. ΑΓΡΑ. ISBN 960-325-359-6. 
  21. Lesky Al., Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων, Τομ. Α΄, Αφοί Κυριακίδη, (Θεσσαλονίκη, 1981)
  22. Το πρότυπο κείμενο Ανάχαρσις ή περί γυμνασίων από τον E.Talbot (1912)
  23. Ξενοφών, Αθηναίων Πολιτεία
  24. Ξενοφώντος. Αθηναίων Πολιτεία. Παπαδήμα. ISBN 960-206-094-5 Check |isbn= value: checksum (βοήθεια). 
  25. Κωστάκης Θανάσης, Ματιές στην ζωή των αρχαίων μας, Εκδ. Σμυρνιωτάκη
  26. Ο κόσμος των αρχαίων Ελλήνων «Οι γυναίκες στην αρχαία Ελλάδα». Σαββάλα. 2004. ISBN 960-243-118-9 Check |isbn= value: checksum (βοήθεια). 
  27. Λυσίας (2003). Κατά σιτοπωλών, Οι καταγγελτικοί του Λόγοι. (με σχόλια και μετάφραση). Ζήτρος. σελίδες 507–536. ISBN 960-7760-95-6. 
  28. Λυσίας (2002). Υπέρ αδυνάτου. Μετάφραση και σχόλια Γεωργίου Ράπτη. Ζήτρος. σελίδες 7–8. ISBN 960-7760-79-4. 
  29. Λυσίας (2004). Απολογία περί δωροδοκίας. Μετάφραση, σχόλια Γιώργου Ράπτη. Ζήτρος. σελ. στχ. 6. ISBN 960-8437-16-4. 
  30. Λυσίας, Οι πανυγυρικοί του λόγοι, σ. 109, εκδ. Ζήτρος 2004
  31. 31,0 31,1 31,2 Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις/Αττικά.
  32. «Πλάτωνος Πολιτεία, 327a». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Δεκεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουλίου 2019. 
  33. Θουκυδίδης,Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, 1.89-1.90. 
  34. Leake, William Martin. The Topography of Athens. Cambridge: Cambridge University Press. doi:10.1017/cbo9780511706073.013. ISBN 9780511706073. 
  35. «Κυδαθηναιείς ή Κυδαθηναίοι». Academic Dictionaries and Encyclopedias (στα Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Μαρτίου 2019. Ανακτήθηκε στις 27 Μαρτίου 2019. 
  36. «Υπουργείο πολιτισμού, οι δυτικοί λόφοι της Αθήνας». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Οκτωβρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 2020. 
  37. Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις/Αττικά.προελθοῦσι δὲ ὀλίγον Λακίου τέμενός ἐστιν ἥρωος καὶ δῆμος ὃν Λακιάδας ὀνομάζουσιν ἀπὸ τούτου
  38. Νικόλαος Παπαχατζής (1998). Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις. Εκδοτική Αθηνών. σελ. 405. ISBN 960-213-090-3. 
  39. Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις/Αττικά.Ἀθμονεῖς δὲ τιμῶσιν Ἀμαρυσίαν Ἄρτεμιν· πυνθανόμενος δὲ σαφὲς οὐδὲν ἐς αὐτὰς ἐπισταμένους τοὺς ἐξηγητὰς εὗρον, αὐτὸς δὲ συμβάλλομαι τῇδε. ἔστιν Ἀμάρυνθος ἐν Εὐβοίᾳ· καὶ γὰρ οἱ ταύτῃ τιμῶσιν Ἀμαρυσίαν, ἑορτὴν δὲ καὶ Ἀθηναῖοι τῆς Ἀμαρυσίας ἄγουσιν οὐδέν
  40. Μαρίνου Διώτη και Σπύρου Γεωργόπουλου, Ίλιον πορεία στους αιώνες
  41. «Ιστορία της αρχαίας Φώκαιας». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Αυγούστου 2002. Ανακτήθηκε στις 6 Αυγούστου 2002. 
  42. Βικιθήκη, Θουκυδίδης/βιβλίο ΣΤ.
  43. Αρνάλντι Μπισκάρντι. Αρχαίο ελληνικό Δίκαιο. Παπαδήμας. ISBN 960-206-209-6. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]