Παναγής Κουταλιανός

Παναγής Κουταλιανός
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1847
Κούταλη
Θάνατος1916
Κωνσταντινούπολη
ΠαρατσούκλιΈλλην Ηρακλής
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
τουρκικά
Ισπανικά
Αγγλικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταερασιτέχνης παλαιστής
μασίστας
αρσιβαρίστας
ναυτικός
ΣυγγενείςΔημήτρης Κουταλιανός (εγγονός)

Ο Παναγής Κουταλιανός (1847 - 1916) ήταν φημισμένος Έλληνας παλαιστής στα τέλη του 19ου αιώνα, γύρω από τη ζωή του υπάρχουν πολλοί θρύλοι και παραδόσεις. Αρχικά ναυτικός στο επάγγελμα έμαθε πάλη όπου λόγω της μεγάλης μυικής του δύναμης έκανε, αρχικά, αγώνες κι επιδείξεις σε πολλά λιμάνια[1]. Έδωσε αγώνες σε όλο σχεδόν τον κόσμο, η παράδοση αναφέρει ότι δεν έχασε ποτέ[1].

Στους αγώνες φορούσε το δέρμα μιας τίγρης, την οποία όπως λέει η παράδοση είχε στραγγαλίσει σε αγώνα.[2]. Την καριέρα του ακολούθησε ο Δημήτριος Μακρής Κουταλιανός[1] γιος της Σοφίας η οποία ήταν αδελφή του ή κόρη του ή γυναίκα του, δεν είναι γνωστή ακριβώς η συγγενική τους σχέση[3].

Αφίσα που απεικονίζει τον Κουταλιανό στο Περού το 1878.

Γεννήθηκε στην Κούταλη της Προποντίδας το 1847 κατά μία παράδοση ο πατέρας του ήταν Κύπριος ναυτικός, το κουταλιανός ήταν παρατσούκλι, για το πραγματικό του όνομα υπάρχει η εκδοχή ότι ήταν Αντωνίου ενώ στις ΗΠΑ τον αποκαλούσαν Αντώνιο Παναή[1][3]. Γνωστά είναι τα ονόματα των παιδιών του, της Ελένης, του Έλληνα, του Φρατζέσκου, του Αντώνη, και του Γεωργίου, οι δύο τελευταίοι ακολούθησαν την πάλη και τις επιδείξεις. Ήταν πολύ χειροδύναμος και έγινε διάσημος στην Αμερική, όταν κατανίκησε πολλούς μεγάλους παλαιστές της εποχής.

Στα 19 του χρόνια και στο πρώτο ταξίδι με πλοίο τράβηξε την άγκυρα του πλοίου με τα χέρια του[1]. Έκανε καριέρα στην επαγγελματική πάλη (κατς) στην Αργεντινή κι έπειτα στο Μεξικό και ΗΠΑ όπου εκεί σε έναν αγώνα σκότωσε με γυμνά χέρια στον ρινγκ την τίγρη όπου έπειτα φορούσε το δέρμα της σε κάθε αγώνα, σε μία άλλη εκδοχή τη σκότωσε στην Τουρκία[1]. Σε αγώνα του στη Βραζιλία του έριξαν στο ρινγκ ένα Πούμα το οποίο και σκότωσε, πάντα με γυμνά χέρια, όπως νίκησε και ταύρους που του έριχναν στα ρινγκ στις ΗΠΑ[1]. Όταν τα χρόνια δεν του επέτρεπαν να συνεχίσει να αγωνίζεται έγινε μασίστας, κάνοντας επιδείξεις δύναμης στους δρόμους[1].

Έκανε επιδείξεις της δύναμής του λυγίζοντας σίδερα, σπάζοντας αλυσίδες, βράχια κλπ. Ένα από τα κατορθώματά του ήταν να κουβαλά τρία κανόνια, ένα στους ώμους και δύο στα πλευρά του δεξιά και αριστερά, ενώ ο ίδιος τα πυροδοτούσε και παρέμενε ατάραχος στη θέση του.[4].

Κατά τη διαμονή του στο Περού ήταν γυμναστής αλόγων που τα εκπαίδευε για παραστάσεις, αναφέρεται ότι μιλούσε εκτός ελληνικά και τουρκικά, ισπανικά αγγλικά και γαλλικά[3].

Το 1870 πήγε στη Γαλλία όπου πολέμησε εθελοντής με τους Γάλλους στον Γαλλοπρωσικό πόλεμο και παρασημοφορήθηκε πολλές φορές[3] κι αργότερα μετανάστευσε στη Νότια Αμερική όπου παντρεύτηκε και έκανε μία κόρη ή κατά μία άλλη εκδοχή τέσσερις γιους[1] με την Ιταλίδα, Γενοβέζα, σύζυγο του, κατά άλλη εκδοχή Περουβιανή[3]. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα έζησε στην Κωνσταντινούπολη όπου και πέθανε, δύό χρόνια πριν οι Τούρκοι είχαν διώξει τον ελληνικό πληθυσμό από την Κούταλη[3].

Η κυπριακή παράδοση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κυπριακή παράδοση αναφέρει ότι ήταν γιος του Γιώργου Παλλήκαρου από το Ριζοκάρπασο, αυτός λοιπόν ταξίδευε από την Κωνσταντινούπολη στην Κύπρο και σε μια στάση στην Κούταλη γνώρισε μιά βοσκοπούλα, τη Ζαχαρένια, που την άφησε έγκυο χωρίς να το ξέρει, το παιδί ήταν ο Παναγής[3].

Το 1896 ο Παναγής πήγε στο νησί για επίδειξη αλλά και να γνωρίσει τον πατέρα του τον οποίο βρήκε και ήταν το ίδιος χειροδύναμος με αυτόν[3]. Στην Κύπρο ο Κυριάκος Παπαδόπουλος έγραψε το ποίημα "το τραγούδι του Παναγή Κουταλιανού"[3].

Η Λημνιακή παράδοση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη Λήμνο η παράδοση λέει ότι πατέρας του ήταν ο Λημναίος Αντώνης Καλλιοτζής, ναυτικός, που ο Παναγής δεν τον γνώρισε αφού πέθανε όταν η Ζαχαρένια ήταν έγκυος σε κάποιο ταξίδι του[3]. Φωτογραφίες του σήμερα στολίζουν τα καφενεία της Νέας Κούταλης Λήμνου, ενώ προς τιμήν του έχει στηθεί άγαλμα στην πλατεία του χωριού