Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Ελλάδος

Η Ένωσις Ποδοσφαιρικών Σωματείων Αθηνών–Πειραιώς ιδρύθηκε το 1919 και το 1923 μετονομάστηκε σε «Ένωσις Ποδοσφαιρικών Σωματείων Ελλάδος». Λειτούργησε έως το 1924 και αποτέλεσε την πρώτη οργανωτική προσπάθεια στο άθλημα του ποδοσφαίρου, εκτός Σ.Ε.Γ.Α.Σ., γύρω από την οποία συσπειρώθηκαν τα σημαντικότερα ποδοσφαιρικά σωματεία της Αθήνας και του Πειραιά.

Διοργάνωσε το πρωτάθλημα την σεζόν 1922–1923, με συμμετοχή αρχικά 5 σωματείων, που στην πορεία έγιναν 8, 9 και 12 την τελευταία σεζόν σε δύο κατηγορίες Α΄ και Β΄. Στις αρχές του 1924 αναγνωρίστηκε από τον Σ.Ε.Γ.Α.Σ. ως «ανωτέρα ποδοσφαιρική αρχή της Ελλάδος» και σχεδίαζε σε τροποποίηση του Καταστατικού της ώστε να μετατραπεί σε Ομοσπονδία.[1]

Όμως, στο μεταξύ είχαν ανακύψει εσωτερικές έριδες μεταξύ αθηναϊκών και πειραϊκών σωματείων, οι οποίες οδήγησαν στη δημιουργία της Ε.Π.Σ. Αθηνών, τον Απρίλιο του 1924. Την ίδια εποχή ιδρύθηκε η Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Μακεδονίας στη Θεσσαλονίκη. Στην Ε.Π.Σ. Ελλάδος απέμειναν μόνο τα πειραϊκά σωματεία και το Π.Σ. Γουδί, το οποίο προσχώρησε στην Ε.Π.Σ. Αθηνών το Σεπτέμβριο του 1924. Η Ε.Π.Σ. Ελλάδος δεν είχε λόγο ύπαρξης πλέον και διαλύθηκε. Την άνοιξη του 1925 οι σύλλογοι του Πειραιά δημιούργησαν την Ε.Π.Σ. Πειραιώς. Οι 3 αυτές τοπικές ενώσεις το Νοέμβριο του 1926 δημιούργησαν την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (Ε.Π.Ο.).

Ο πρωταθλητής του 1923, Πειραϊκός Σύνδεσμος.
Ο πρωταθλητής του 1924, Α.Π.Σ. Πειραιώς.

Η Ε.Π.Σ. Ελλάδος ιδρύθηκε το 1919 με την ονομασία «Ένωσις Ποδοσφαιρικών Σωματείων Αθηνών–Πειραιώς» (Ε.Π.Σ. Αθηνών–Πειραιώς), «υπό των εν Αθήναις και Πειραιεί Σωματείων των σκοπούντων την προαγωγήν της ποδοσφαιρίσεως».[2]

Πρωτεργάτες στην ίδρυση της Ε.Π.Σ. Αθηνών–Πειραιώς υπήρξαν οι σημαντικότεροι παράγοντες του ποδοσφαίρου και του αθλητισμού της εποχής: Χ. Μπρισιμιτζάκης, Απόστολος Νικολαΐδης του Παναθηναϊκού Αθλητικού Ομίλου (τότε λεγόταν «Πανελλήνιος Αγωνιστικός Ποδοσφαιρικός Όμιλος»), Χαρ. Βολονάκης της Πειραϊκής Ποδοσφαιρικής Ένωσης, Τράγαλος του Π.Σ. Γουδί, σε συνεργασία με τον Άγγλο αντιναύαρχο οργανωτή του Ελληνικού Στόλου και τον Ιωάννη Χρυσάφη τμηματάρχη Σωματικής Αγωγής του Υπουργείου Παιδείας της κυβερνήσεως Ελευθερίου Βενιζέλου.

Τα 5 ιδρυτικά σωματεία–μέλη της Ε.Π.Σ. Αθηνών–Πειραιώς:

Με τη συσπείρωση των ποδοσφαιρικών σωματείων η Ένωση κατάφερε να βγάλει το άθλημα από την αφάνεια, στην οποία είχε περιπέσει ένεκα της απραξίας της αρμόδιας επιτροπής του ΣΕΓΑΣ:

«κατώρθωσε δια της συνενώσεως πάντων των ποδοσφαιρικών σωματείων των δύο πόλεων και των ενιαυσίων ποδοσφαιρικών αγώνων ους ετέλη, να ανασύρη την παιδιάν της ποδοσφαιρίσεως από του μαρασμού και της καταπτώσεως, εις ην είχε περιπέσει, κατόπιν δεκαετούς και πλέον εγκαταλείψεώς της υπό των αρμοδίων αρχών...».[2]

Το δημοσίευμα αναφέρεται πως η ποδοσφαιρική δράση είχε ατονήσει επί δεκαετία και πλέον. Πιθανότατα αυτό είναι σχήμα λόγου, αλλά είναι γεγονός πως μετά το 1912 δεν υπήρχε σπουδαία αθλητική δραστηριότητα λόγω της εμπολέμου κατάστασης. Το 1923 η Ένωση μετονομάστηκε σε Ε.Π.Σ. Ελλάδος, φιλοδοξώντας να εξελιχθεί σε πανελλήνια ομοσπονδία. Στον τύπο αναφέρεται και ως "Ποδοσφαιρική Ένωσις Ελλάδος", χωρίς να είναι κάποιος διαφορετικός οργανισμός.

Στη διάρκεια της λειτουργίας της, εκτός από τα ετήσια πρωταθλήματα, διοργάνωσε επίσης στρατιωτικούς ποδοσφαιρικούς αγώνες καθώς και μεταξύ ανωτέρων σχολών. Στις διοργανώσεις που διεξήγαγε είχε συχνά τη βοήθεια της Χριστιανικής Αδελφότητας Νέων (Χ.Α.Ν.), αφού επιφανή μέλη της όπως ο Απ. Νικολαΐδης ήταν στελέχη της Χ.Α.Ν.

Πρώτος πρόεδρος της Ένωσης υπήρξε ο Χρήστος Μπρισιμιτζάκης, παλιός πρωταθλητής, 2ος νικητής στις Ζάππειες Ολυμπιάδες του 1889 στο άλμα. Τον διαδέχθηκε ο Ιωάννης Ψύχας, επίσης παλιός πρωταθλητής και νικητής στα Ολύμπια του 1870. Το 1923 ανέλαβε ο Μ. Μαρσέλλος, παλιός αθλητής του Απόλλωνα, νικητής στους Πανιώνιους Αγώνες 1913, 1914 και 1915. Τελευταίος πρόεδρος υπήρξε ο Παναγής Βρυώνης σημαίνων παραγόντας του ποδοσφαίρου, με διεθνείς εμπειρίες, αφού είχε αγωνιστεί στη Σερβέτ Γενεύης, ιδρυτής του Π.Σ. Γουδί, του πρώτου αποκλειστικά ποδοσφαιρικού συλλόγου στην Ελλάδα.

Οι τρεις πρώτοι πρόεδροι επιτέλεσαν σημαντικό έργο, με σπουδαιότερο ότι κατόρθωσαν να πραγματοποιήσουν ετήσιους αγώνες παρά την αρνητική συγκυρία της εμπόλεμης κατάστασης που βρισκόταν η χώρα με τη διεξαγωγή της μικρασιατικής εκστρατείας. Ήταν τα πρώτα επίσημα ματς έπειτα από μια δεκαετία σχεδόν:

«...η οργάνωσις και η διεξαγωγή των αγώνων ενιαυσίως... εσημείωσε σημαντικόν σταθμόν πρόοδου της παιδιάς της ποδοσφαιρίσεως παρ' ημίν κατόπιν μάλιστα της μη τελέσεως τοιούτων επισήμων από δεκαετίας και πλέον.».[2]

Η σεζόν 1923–1924 ξεκίνησε με τις καλύτερες προοπτικές. Πρόεδρος της Ένωσης ανέλαβε ο έμπειρος και ουδέτερος Παναγής Βρυώνης, πρόεδρος της ιστορικής ομάδας Π.Σ. Γουδί, στο Δ.Σ. μετείχε μεταξύ άλλων και ο Ησαΐας Ησαΐας, ο οποίος είχε εκλεγεί «Σύμβουλος Ποδοσφαιρίσεως» στο Δ.Σ. του Σ.Ε.Γ.Α.Σ.. Οι σύλλογοι-μέλη της Ένωσης είχαν αυξηθεί σε 14 (τελικά μειώθηκαν σε 12, αφού ο Ατρόμητος Αθηνών δεν μετείχε, ενώ ο Πειραϊκός και η Πειραϊκή συγχωνεύτηκαν) κάτι που την υποχρέωσε να δημιουργήσει για πρώτη φορά και Β΄ κατηγορία. Υπήρχαν πλέον τρία γήπεδα, με τη δημιουργία του γηπέδου του Παναθηναϊκού στη λεωφόρο Αλεξάνδρας καθώς και το γήπεδο στο Γουδί, μετά την επανένταξη της τοπικής ομάδας.

Το Μάρτιο του 1924 ο Σ.Ε.Γ.Α.Σ. με την απόφαση 6312/1924 αναγνώρισε στην Ε.Π.Σ. Ελλάδος το δικαίωμα να προΐσταται του ποδοσφαίρου και να διοργανώνει πρωταθλήματα. Δηλαδή, της έδωσε το "στάτους" της ομοσπονδίας και είχε ξεκινήσει η προεργασία για την αλλαγή του καταστατικού της.

«...αποδεχόμενον (το Δ.Σ. της ΕΠΣΕ) ότι αυτό το Καταστατικόν της Ενώσεως δεν είναι Καταστατικόν μιας πραγματικής Federation, ότι έδει τούτο να μεταρρυθμισθή κατά τα πρότυπα των Federations των μάλλον προηγμένων κρατών ούτως ώστε να πληροί τους όρους και τας απαραιτήτους βάσεις λειτουργίας και δράσεως μιας πραγματικής Federation, ως αύται υπάρχουσι, λειτουργούσι και δρώσιν εν Ευρώπη».[3]

Υπήρχε ενδιαφέρον και από άλλους συλλόγους να ενταχθούν στην ΕΠΣΕ και για το λόγο αυτό προκηρύχτηκε πρωτάθλημα ανεπισήμων σωματείων. Επίσης, είχε δημιουργήσει Σχολή Διαιτητών, υπό την εποπτεία του Ησ. Ησαΐα, στην οποία φοιτούσαν 20 παλαιοί και βετεράνοι ποδοσφαιριστές. Γενικά, οι προοπτικές ήταν ευοίωνες, αλλά όλα τινάχτηκαν στον αέρα εξαιτίας της παραγοντίστικης νοοτροπίας και του ανταγωνισμού μεταξύ των αθηναϊκών και πειραϊκών σωματείων. Το Φεβρουάριο αποχώρησαν ο Παναθηναϊκός και ο Απόλλων Σμύρνης, μόλις την τρίτη αγωνιστική του πρωταθλήματος, διαμαρτυρόμενοι για διαιτητικές αδικίες. Το Μάρτιο έφυγε και ο Αθηναϊκός ΑΣ. Η συγκεκριμένη αποχώρηση υπήρξε το αποκορύφωμα της παρατεταμένης αντιπαράθεσης μεταξύ των αθηναϊκών και των πειραϊκών συλλόγων, η οποία είχε οδηγήσει σε παραίτηση τον προηγούμενο πρόεδρο Ι. Ψύχα τον Ιούνιο του 1923.

Οι Παναθηναϊκός και Απόλλων ίδρυσαν την Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Αθηνών (Ε.Π.Σ. Αθηνών), στην οποία προσχώρησαν αμέσως ο Αθηναϊκός και ο Πανιώνιος, ο νεοϊδρυθείς Μίλων Αθηνών και ο Ατρόμητος Αθηνών. Την ίδια σεζόν η Ε.Π.Σ. Αθηνών πραγματοποίησε δικό της πρωτάθλημα.

Το Σεπτέμβριο προσχώρησε στην Ε.Π.Σ. Αθηνών η τελευταία αθηναϊκή ομάδα που είχε απομείνει στην Ε.Π.Σ. Ελλάδος, ο Π.Σ. Γουδί, καθώς ο ιδρυτής του και ουσιαστικός λήπτης αποφάσεων, Παναγής Βρυώνης, κατείχε τη δεδομένη περίοδο την προεδρία της Ε.Π.Σ. Ελλάδος. Αυτή έχοντας πλέον στο δυναμικό της μόνο έναν ισχυρό και άρα δημοφιλή σύλλογο, τον Α.Π.Σ. Πειραιώς, έπαψε να υφίσταται, δεδομένου ότι οι διοργανώσεις της θα συνοδεύονταν στο εξής από οικονομική αποτυχία. Τη θέση της έλαβε το 1925 η Ένωσις Ποδοσφαιρικών Σωματείων Πειραιώς (Ε.Π.Σ. Πειραιώς), η οποία ιδρύθηκε με την προτροπή και συνδρομή της Ε.Π.Σ. Αθηνών.

Η Ένωση διεξήγαγε 4 πρωταθλήματα, στα οποία μετείχαν οι σύλλογοι–μέλη της από την Αθήνα και τον Πειραιά.

Αγωνιστική Περίοδος 1920–1921

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετείχαν τα 5 ιδρυτικά μέλη (Π.Π.Α.Ο., Αθηναϊκός, (νέο) Γουδί, Πειραϊκός Σύνδεσμος, Πειραϊκή Ένωση) σε ενιαίο όμιλο (ενός γύρου). Όλοι οι αγώνες διεξήχθησαν στο Ποδηλατοδρόμιο. Στην πραγματοποίηση της διοργάνωσης σημαντική υπήρξε η βοήθεια της Χ.Α.Ν., η οποία αθλοθέτησε το κύπελλο που απονεμήθηκε στον πρωταθλητή τον Πανελλήνιο Ποδοσφαιρικό & Αγωνιστικό Όμιλο (Π.Π.Α.Ο.).

Αγωνιστική Περίοδος 1921–1922

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετείχαν 8 σύλλογοι, οι 4 από τους 5 της πρώτης σεζόν (δεν μετείχε το Γουδί) και 4 νέοι: Κυπριακός Ποδ. Σύλλογος, Σχολή Ευελπίδων, Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, και Σύλλογος Άγγλων Αξιωματικών Ναυτικού (ουσιαστικά ήταν οι Άγγλοι εκπαιδευτές της Σχολής Δοκίμων). Διεξήχθη σε ενιαίο όμιλο (ενός γύρου), στο Ποδηλατοδρόμιο, με νικητή πάλι τον Π.Π.Α.Ο. Από τη σεζόν αυτή άρχισαν να εμφανίζονται προβλήματα στην διοργάνωση και διαφωνίες, που οδήγησαν στην αποχώρηση του Πειραϊκού Συνδέσμου, μετά τον τρίτο αγώνα. Επίσης, η ομάδα των Άγγλων έδωσε μόνο δύο ματς, διότι οι Άγγλοι αξιωματικοί έφυγαν από την Ελλάδα. Τέλος, το πρωτάθλημα ολοκληρώθηκε χωρίς να γίνουν τα τελευταία αδιάφορα ματς.

Αγωνιστική Περίοδος 1922–1923

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετείχαν 9 σύλλογοι, οι 5 της προηγούμενης σεζόν (χωρίς τις στρατιωτικές σχολές και τους Άγγλους), οι 2 ξεριζωμένες σμυρναϊκές ομάδες Απόλλων και Πανιώνιος, ο Όμιλος Φιλάθλων Πειραιώς και η Κονκόρδια Κλουμπ, μια ομάδα αποτελούμενη από ξένους παίκτες, κυρίως Γερμανούς. Το πρωτάθλημα διεξήχθη για πρώτη φορά σε δύο προκριματικούς ομίλους και οι πρώτοι αγωνίστηκαν στον όμιλο της τελικής φάσης. Πρωταθλητής αναδείχθηκε ο Πειραιϊκός Σύνδεσμος. Τη χρονιά αυτή διεξήχθη και τελικός για τον πανελλήνιο τίτλο, μεταξύ Πειραϊκού και πρωταθλητή Θεσσαλονίκης Άρη Θεσαλονίκης.

Τα προβλήματα που είχαν εμφανιστεί την προηγούμενη χρονιά, τη σεζόν αυτή πολλαπλασιάστηκαν, κάτι που ανάγκασε τον πρόεδρο της Ε.Π.Σ. Ελλάδος Ιωάννη Ψύχα να παραιτηθεί μετά τη λήξη της πρώτης φάσης. Με επιστολή του στον τύπο κατήγγειλε την παραγοντίστικη νοοτροπία των μελών του Δ.Σ., η οποία δημιουργούσε μονίμως προβλήματα στην ομαλή εξέλιξη της διοργάνωσης. Πρόκειται για αποκαλυπτική επιστολή, στην οποία αναγνωρίζει κάποιος τα προβλήματα που μέχρι σήμερα ταλανίζουν το ελληνικό ποδόσφαιρο. Αναφέρεται μεταξύ άλλων:

«Εάν είμεθα σπόρτσμαν δεν θα ελάμβανον χώραν τα μύρια όσα άτοπα, άτινα εγένοντο κατά την εξέλιξιν των εφετινών αγώνων, όπως αποχωρήσεις ομάδων εκ των αγώνων, κρυφαί συννενοήσεις πότε των μεν πότε των δε και αι επακολουθούσαι κατόπιν ατελεύτητοι συζητήσεις και διενέξεις κατά τας συνεδριάσεις της Ενώσεως, με στρεψόδικα επιχειρήματα, εκβιασμούς προς την Ένωσιν κτλ. κτλ., ενθυμίζουσαι συνεδριάσεις Πταισματοδικείου με στρεψόδικους δικηγόρους και όχι με αντιπροσώπους αθλητικών ομάδων, γεγονότα άτινα με εκούρασαν και απεγοήτευσαν τόσον, προεδρεύοντα τότε της Ενώσεως, ώστε να αναγκαστώ να προβώ εις την παραίτησίν μου και την αποχώρησίν μου εκ της ποδοσφαιρικής κινήσεως.»[4]

Αγωνιστική Περίοδος 1923–1924

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετείχαν 8 σύλλογοι, ενώ άλλοι 4 συγκρότησαν τη Β΄ κατηγορία. Νέες ομάδες ήταν η Νεάπολις, το Γουδί που επανεντάχθηκε, η Φαληρική Ένωση, η Άμιλλα και ο Κεραυνός Πειραιά. Μετά την αποχώρηση Παναθηναϊκού και Απόλλωνα, πρωταθλητής αναδείχθηκε ο Α.Π.Σ. Πειραιώς που είχε προκύψει από τη συγχώνευση του προηγούμενου πρωταθλητή Πειραϊκού Συνδέσμου με την Πειραϊκή Ένωση.

Περίοδος Πρωταθλητής Παρατηρήσεις
1920–1921
Πανελλήνιος Ποδοσφαιρικός & Αγωνιστικός Όμιλος (Π.Π.Α.Ο.) Χορηγός του επάθλου η Χριστιανική Αδελφότης Νέων Αθηνών (Χ.Α.Ν. Αθηνών)
1921–1922
Πανελλήνιος Ποδοσφαιρικός & Αγωνιστικός Όμιλος (Π.Π.Α.Ο.)
1922–1923
Πειραϊκός Σύνδεσμος
1923–1924
Αθλητικός & Ποδοσφαιρικός Σύλλογος Πειραιώς (Α.Π.Σ. Πειραιώς)
  • «Γκολ 2000: ένας Αιώνας Ποδόσφαιρο», Ανδρέας Μπόμης, Εκδόσεις Πελεκάνος, Αθήνα 2000, σελ. 40-41.